Η ευδαιμονία του Πλωτίνου...


   Μολονότι η Ακαδημία του Πλάτωνος έκλεισε το 260 π.Χ. με τον Κράτη και στη συνέχεια τη σκυτάλη πήρε η Μέση Ακαδημία, εν τούτοις η πλατωνική φιλοσοφία δεν έσβησε. Μεταξύ των τριών τελευταίων π.Χ. αιώνων και των τριών πρώτων μ.Χ αιώνων  υπέστησαν σημαντικές δογματικές μεταβολές όχι μόνο ο πλατωνισμός αλλά και ο πυθαγορισμός, ο στωικισμός, ακόμα και ο αριστοτελισμός. Στους πρώτους μ.Χ. αιώνες τα νοήματα της πλατωνικής φιλοσοφίας, συγκερασμένα με πυθαγόρειες ή και στωικές σκέψεις -παρουσιάζοντας μια νέα μορφή- θα αποτελέσουν τα κυρίαρχα γνωρίσματα ενός ρεύματος οίο συνέδραμε αναντίρρητα στη διαμόρφωση του χριστιανισμού. Για την ανασύνθεση αυτής της αρχαίας φιλοσοφικής παράδοσης με ισχυρά τα πλατωνικά χαρακτηριστικά και με την εισαγωγή κάποιων σημαντικών καινούριων στοιχείων, καθιερώθηκε στα νεότερα χρόνια (από τα τέλη του 18ου αιώνα) η χρήση του όρου «νεοπλατωνισμός».

  Ιδρυτής του νεοπλατωνικού φιλοσοφικού συστήματος και φορέας των καινούριων αυτών στοιχείων είναι ο Πλωτίνος (205-270 μ.Χ.) από τη Λυκόπολη της Αιγύπτου, μαθητής του Αμμώνιου Σάκκα. Τα 54 βιβλία του Πλωτίνου, που συνέγραψε στα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της ζωής του, τα οποία επιμελήθηκε, διόρθωσε και χώρισε σε έξι «εννεάδες» ο μαθητής του Πορφύριος, παρουσιάζουν τις πραγματικές διαστάσεις του πλωτινικού συστήματος, μέσα από αναφορές σε θέματα ηθικής και αισθητικής, φυσικής και κοσμολογίας, στη θεωρία της ψυχής και του νου και φυσικά στην οντολογία του Πλωτίνου. 
  Για τον ίδιο τον Πλωτίνο, το έργο του είναι κυρίως ερμηνευτικό του πλατωνικού πνέυματος και μάλιστα του πλατωνικού, όπως ο ίδιος το χρειάζεται, το κατανοεί και το αντιλαμβάνεται. Σύμφωνα με τον ελληνιστή φιλόσοφο, ο κόσμος διακρίνεται σε δύο υπο-κόσμους, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε, αφενός μεν στον αισθητό κόσμο, ήτοι τον μεταβλητό αφετέρου δε στο νοητό κόσμο, τον οποίο ταυτίζει με την αιωνιότητα και το αναλλοίωτο πρότυπο. Για τον Πλωτίνο, το Εν είναι η πηγή του σύμπαντος κόσμου και ταυτίζεται με την θεότητα.  
   Εν προκειμένω, θα μας απασχολήσει η πραγματεία Ι.4 («Περί Ευδαιμονίας») από τις Εννεάδες. Αρχικώς, παρατίθενται τα επιχειρήματα του φιλοσόφου, σύμφωνα με τα οποία η ευδαιμονία αναφέρεται μόνον στους ανθρώπους και όχι στα φυτά και στα ζώα. Εν συνεχεία, παρουσιάζεται ο πλωτινικός τρόπος αντιμετώπισης στο πρόβλημα σχετικά με το γεγονός της απομάκρυνσης του ανθρώπου από την ευδαιμονία. Τέλος, προβάλλεται και εξετάζεται το πρότυπο του σοφού, στο οποίο αναφέρεται ο φιλόσοφος.          
η ευδαιμονία είναι ανθρώπινο αγαθό
   Σχετικά με την ευδαιμονία έχει γίνει λόγος από πολλούς αρχαίους φιλόσοφους, οι οποίοι αντιμετώπιζαν την έννοια ως ένα απαραίτητο συστατικό της αποδεκτής ηθικής ζωής. Κατά την ηθική του Σωκράτη, τη λεγόμενη «ευδαιμονική», διαπιστώνουμε την αναγκαιότητά της σε ολόκληρη την ποιότητα της ανθρώπινης ζωής, μιας και ο στόχος της είναι η ιδιωτική και η δημόσια ευδαιμονία
    Για τον Πλωτίνο είναι εμφανές ό,τι η ευδαιμονία ταυτίζεται με την ευζωία, θέση από την οποία και διαπιστώνουμε ότι η ευδαιμονία δεν αφορά τα ζώα ή τα φυτά. Στο σκεπτικό του, ο φιλόσοφος από τη Λυκόπολη της Αιγύπτου παρουσιάζει την υπόθεση πως εφόσον η ευζωία (συνεπώς και η ευδαιμονία) αναφέρεται στην ευχάριστη διάθεση και την επιτέλεση συγκεκριμένων έργων, καθώς αποτελεί το σκοπό της φυσικής παρόρμησης, υποθέτουμε πως έχει άμεση αναφορά και στο ζωικό βασίλειο. Αλλά και οι οργανισμοί του φυτικού βασιλείου έχουν ευδαιμονία, καθώς και τα φυτά είναι ζωντανά, η εξέλιξή τους ρέπει προς ένα συγκεκριμένο σκοπό και υπάρχουν σύμφωνα με τη φύση.   
   Παράλληλα όμως, σύμφωνα με τον Πλωτίνο στην περίπτωση που δεχτούμε πως τα φυτά κα τα ζώα δεν έχουν αίσθηση του τι σημαίνει ο όρος ευδαιμονία, αναπόφευκτα οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως και τα δύο βασίλεα, ήτοι της χλωρίδας και της πανίδας δεν διακρίνονται για την ευδαιμονία τους. Με βάση αυτή τη λογική και τη συνδρομή της αριστοτελικής θέσης σχετικά με το ότι ο ανθρωπος είναι ζώον λογικό, ο ιδρυτής του νεοπλατωνισμού υπογραμμίζει πως εφόσον μονάχα ο άνθρωπος χαρακτηρίζεται από τη λογική και ως εκ τούτου δύναται να κρίνει την ηδονή ως αγαθό, τότε είναι αυτός το μοναδικό ον, στο οποίο συναντάμε την έννοια της ευδαιμονίας
   Όμως δεν αρκεί μόνο η λογική ώστε ο άνθρωπος να χαρακτηρίζεται και να ειναι ευδαίμων. Η ευδαιμονία αφορά την τέλεια ζωή, το υπέρτατο αγαθό. Στο «Περί Ευδαιμονίας» ο συγγραφέας-φιλόσοφος υποστηρίζει πως η ευτυχία ταυτίζεται με την τέλεια ζωή μέσα στο πνεύμα, με την ταυτόχρονη κατάκτηση του αληθινού καλού. Η ευδαιμονία υφίσταται μόνο για τον άνθρωπο εκείνο, ο οποίος διάγει τέλεια ζωή. Συνεπώς δεν κρίνεται λογικό να αποδίδεται η έννοια της ευδαιμονίας στα όντα εκείνα που απέχουν από τη λογική και το πνεύμα περισσότερο από τον άνθρωπο, δηλαδή ούτε στα φυτά ούτε στα ζώα. 

εμπόδια στην κατάκτηση της ευδαιμονίας και η αντιμετώπισή τους  
   Στο οντολογικό σύστημα του Πλωτίνου η ύλη καταλαμβάνει την κατώτατη βαθμίδα. Το παντελώς «μη ον» συνιστά μια αδρανή και απαθή υποδοχή και κατ’ αυτόν τον τρόπο ταυτίζεται με την απόλυτη στέρηση, την πλήρη και αθεράπευτη απροσδιοριστία.  Σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση των δυσκολιών, των οποίων κατατρύχεται ο άνθρωπος στην προσπάθειά του να κατακτήσει την ευδαιμονία, διαδραματίζει σύμφωνα με τον Πλωτίνο η υποβάθμιση της ύλης, την οποία αντιλαμβάνεται ως μη πραγματικότητα. Σχετικά με αυτήν την τοποθέτηση, ο Λυκοπολίτης φιλόσοφος υπογραμμίζει τον διαχωρισμό μεταξύ καλού (αμέριστου) και κατώτερου εαυτού (μεριστού) του ανθρώπου, καθώς ο κατώτερος εαυτός, το σύμπλεγμα δηλαδή του σώματος και της ψυχής, είναι ευάλωτος στις σωματικές ηδονές. Εφόσον στην ύλη δεν φτάνουν ούτε το Είναι ούτε το Αγαθόν, τα οποία προέρχονται από το Εν, δηλαδή το έσχατο θεμέλιο όλων των όντων -νοητών και αισθητών, η ύλη είναι καθαρή ανυπαρξία, απόλυτη αρνητικότητα. Επομένως, οι σωματικές απολαύσεις και τα υλικά αγαθά αποτελούν τα βασικά εμπόδια του ανθρώπου να οδηγηθεί στην ευδαιμονία
   Οι σαρκικές επιθυμίες χαρακτηρίζονται από τον ιδρυτή του νεοπλατωνισμού ως η κυριώτερη αιτία αποπροσανατολισμού του ανθρώπου από την αληθινή ευτυχία και την ευδαιμονία. Με δεδομένο το πρόβλημα της ύλης, εν προκειμένω του σώματος, η πλωτινική ανθρωπολογία επιχείρησε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της ευδαιμονίας, παρέχοντας προτάσεις και θέσεις προς όφελος της αληθινής ευτυχίας. Πιο συγκεκριμένα,      για τον Πλωτίνο η ευδαιμονία είναι συνυφασμένη με το θεωρητικό βίο και την παράλληλη απάρνηση των σωματικών απολαύσεων («Η ευδαιμονία είναι ευζωία...οπότε θα ερχόταν σε επαφή με το σώμα»). 
  Ως ερμηνευτης και αναμορφωτής των πλατωνικών θέσεων, ο νεοπλατωνιστής αποδέχεται τις θέσεις του θεωρητικού του διδάσκαλου Πλάτωνα, σύμφωνα με τον οποίο η ευδαιμονία θα περιέλθει στον άνθρωπο εφόσον αυτός άνω θρώσκει. Χαρακτηριστικά, στην πραγμάτειά του «Περί Ευδαιμονίας» υπογραμμίζει ότι για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, θα πρέπει ο άνθρωπος να μην μετατρέπεται σε άβουλο ον εφάπτοντας το ανώτερο μέρος της ψυχής του με τον νοητό κόσμο. Τουναντίον, υποχρεούται να αποσκοπεί στα ανώτερα πνευματικά αγαθά απομακρυσμένος από τις ψευδαισθήσεις του νοητού κόσμου σκοπώντας ταυτόχρονα να γίνει όμοιος με το ανώτερο αγαθό, ήτοι το Εν, από το οποίο διαχέονται τόσο το Είναι όσο και το Αγαθό. Άλλωστε το Εν Αγαθό ανήκει στην κορυφή του μεταφυσικού ιεραρχικού συστήματος του Πλωτίνου, καθώς το Εν είναι πηγή κάθε όντος χωρίς το ίδιο να είναι ον και το Αγαθό συμβολίζει την πνευματική ανωτερότητα που δύναται να μετουσιώσει ο άνθρωπος πλησιάζοντας το Εν.
     Θα πρέπει να σημειώσουμε δίπλα σε όλα τα παραπάνω πως ο ίδιος ο ιδρυτής και θεμελιωτής του νεοπλατωνισμού με τη θεωρία του γύρω από το Εν Αγαθό και την επίλυση του προβλήματος της απομάκρυνσης του ανθρώπου από την απόλυτη ευτυχία κατάφερε να προσεγγίσει ακόμη περισσότερο τον πυρήνα του νοητού κόσμου. Με αυτού του είδους το εργαλείο στα χέρια του κατάφερε να επιλύσει αρκετά σχετικά προβλήματα του νοητού κόσμου, κάτι που δεν είχαν καταφέρει οι μεσοπλατωνικές θεωρίες. Καταλυτικό ρόλο σε αυτήν τη δύσκολη πνευματική διαδρομή έπαιξε η πλούσια συνεισφορά του στη φιλοσοφική γλώσσα πολλών εκφραστικών τρόπων, γεγονός το οποίο συντέλεσε στη συνέχεια να κερδίσει η κλασική μορφή της φιλοσοφίας περισσότερη ευκαψία και ακόμη περισσότερες δυνατότητες για πιο σύνθετες έννοιες. 

το πρότυπο του σοφού
  Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η πλωτινική θέση για την κατάκτηση της ευδαιμονίας δεν σχετίζεται με το σύμπλεγμα σώματος και ψυχής. Επακολούθως, για τον Πλωτίνο η σοφία δεν αντικατοπτρίζεται στο σύμπλεγμα του σώματος και της ψυχής, εφόσον η τέλεια ευτυχία ταυτίζεται με την τέλεια ζωή μέσα στο πνέυμα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δύναται να καταλάβει κανείς πως η σοφία συνδέεται άρρηκτα με την ευδαιμονία και επομένως το υπόδειγμα του σοφού ανθρώπου αντανακλά τον ευδαίμων.
     Οι σαρκικές επιθυμίες δεν χαρακτηρίζουν το σοφό άνθρωπο, ο οποίος δεν αποζητά τα εξωτερικά αγαθά με τη βούλησή του. Ο φιλόσοφος υποστηρίζει πως ο σοφός είναι πάντα χαρούμενος, δεν επιθυμεί κανένα από τα λεγόμενα αγαθά, τα οποία θα επηρρέαζαν ενδεχομένως την ήσυχη και ευχάριστη κατάσταση της διάθεσής του και προφανώς θα τον οδηγούσαν στις σαρκικές απολαύσεις. Ο Πλωτίνος θεωρεί πως ο σοφός άνθρωπος δεν θα πρέπει να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τις αισθήσεις του, γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος να παρασυρθεί από αυτές και να αποχαρακτηριστεί ως ευδαίμων. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο E.R.Dodds, «ούτε το υποσυνείδητο ούτε η αυτοσυνείδηση είναι τόσο σημαντικά για τον Πλωτίνο όσο εκείνο το μέρος της προσωπικότητας το οποίο κείται πάνω από τη συνείδηση του εγώ και πέραν της καθημερινής του εκτάσεως». 
    Ο σκοπός της ζωής για τον ιδρυτή του νεοπλατωνισμού δεν είναι άλλος από την κατάκτηση του αληθινού αγαθού, κάτι το οποίο μεταφράζεται ως το τέρμα όλης της σοφίας. Η ανταπόκριση στις βιοτικές ανάγκες δεν μπορούν να αυξήσουν την ευτυχία, η οποία δεν μπορεί επίσης να μειωθεί από τους σωματικούς πόνους ούτε και να αυξηθεί με το χρόνο. Ο άνθρωπος αντιμετωπίζοντας με εγκράτεια, σύνεση και αυτοσυγκράτηση τη δύσκολη πραγματικότητα του νοητού κόσμου και επενδύοντας στην πορεία προς τα ανώτερα επίπεδα της αγνότητας, θα καταφέρει να αποδεσμεύσει το πνεύμα του από τις ψευδαισθήσεις και τις επιθυμίες του σώματος χωρίς να διαχωριστεί από το υλικό (σώμα).   
     Ως εκ τούτου, «ο σοφός πρωτίστως ενδιαφέρεται για τη θέαση του υπέρτατου αγαθού και την ταύτιση με αυτό». Σύμφωνα με τον Πλωτίνο, καθήκον της φιλοσοφίας, το οποίο ξεπερνάει την ίδια τη γνώση, είναι να επαναφέρει το θεικό στοιχείο του ανθρώπου στην υπερβατική του αρχή, επανασυνδέοντάς το με το Εν και το Αγαθό. Η απόλυτη ευτυχία ανήκει στο ον, δηλαδή στην αιωνιότητα και σοφός είναι αυτός, ο οποίος την κατακτά.  

      Συνοψίζοντας τις πλωτινικές θέσεις σχετικά με το θέμα της ευδαιμονίας, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η ευδαιμονία αναφέρεται αποκλειστικά στον άνθρωπο και όχι στα ζώα ή τα φυτά. Μέσα από τις ηθικές θέσεις του ιδρυτή του νεοπλατωνισμού, στην πραγματεία του «Περί Ευδαιμονίας», συμπεραίνουμε ό,τι η απόλυτη ευτυχία ταυτίζεται με την ευδαιμονία, μία κατάσταση η οποία επιτυγχάνεται εφόσον ο άνθρωπος έχει στραμμένο το ενδιαφέρον του προς την πνευματικη αναζήτηση και τα αγαθά της. Σ’ αυτήν οδηγείται μόνο όταν επικρατεί μέσα του το ανώτερο μέρος τη ψυχής του, μακριά από τις επιρροές των σαρκικών απολαύσεων, με απώτερο σκοπό τη θέαση του υπέρτατου αγαθού και την επιστροφή του στο Εν. Άλλωστε για τον Πλωτίνο, ευδαίμων είναι ο σοφός, γιατί αυτός προτιμά το θεωρητικό από τον υλικό βίο και έχει ως στόχο του τη μυστιριακή ένωσή του με το Εν

Βιβλιογραφία, σημειώσεις....
  • Π.Καλλιγάς, Σ.Ράγκος, Πλωτίνος, ο Ιδρυτής του Νεοπλατωνισμού, στο Σ.Βιρβιδάκης κλπ, Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη από την Αρχαιότητα ως τον 20ο αιώνα, τ.Α’, Πάτρα, ΕΑΠ, 2000
  • Ε.Ν.Ρούσσος, Πλωτίνος, στο Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τ.8, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988
  • Ε.Ν.Ρούσσος, Νεοπλατωνισμός, στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Ελληνισμός και Ρώμη, τ.ΣΤ’, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1976 
  • Κ. Σούτσος, Η Κοινωνική Φιλοσοφία των Αρχαίων Ελλήνων, β’ έκδοση, Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1970
  • Πλωτίνου, Εννεάς Πρώτη, αρχ. κείμενο-μτφρ.-σχόλια, Π.Καλλιγάς, Αθήνα, Κέντρον Εκδόσεως Έργων Ελλήνων Συγγραφέων Ακαδημίας Αθηνών, 1994
  • E.R.Dodds, Πλάτων και Πλωτίνος, δύο μελέτες, μτφρ. Στ. Ροζάνης, Αθήνα, εκδ.Έρασμος, 1977
  • M.Vegetti, Ιστορία της Αρχαίας Φιλοσοφίας, μτφρ. Γ.Α.Δημητρακόπουλος, Αθήνα, εκδ.Τραυλός, 2003
  • A.H.Armstrong, Πλωτίνος, Αθήνα, εκδ. Ενάλιος, 2006


Σχόλια