"Νεο-μακαρθισμος και καλλιτεχνική αντίσταση" , του Γρηγόρη Τραγγανίδα

Ο πόλεμος ως ευκαιρία επιβολής συστημικής «ευγονικής» στο πεδίο της κουλτούρας

Στις 28 Φεβρουαρίου, τέσσερις μέρες μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η ουκρανική Κρατική Υπηρεσία για τις Τέχνες και την Καλλιτεχνική Εκπαίδευση, ανάρτησε στον επίσημο κυβερνητικό ιστότοπο, (στα ρωσικά ΕΔΩ) ανακοίνωση, με την οποία απαιτούσε την επιβολή πολιτιστικών κυρώσεων κατά της Ρωσικής Ομοσπονδίας, με αφορμή τον πόλεμο.

«Δεδομένου ότι η Ρωσική Ομοσπονδία παραβιάζει εσκεμμένα διεθνείς συνθήκες και κοινωνικούς κανόνες, απαιτούμε να της επιβληθούν πολιτιστικές κυρώσεις, μετά από τις πολιτικές, οικονομικές, αθλητικές και άλλες, περιορίζοντας έτσι την πολιτιστική της παρουσία στη διεθνή σκηνή. Σε αυτήν την, ουσιαστικά ολοκληρωτική, χώρα, ο πολιτισμός εκτελεί υπηρεσιακή λειτουργία και υπηρετεί την πολιτική προπαγάνδα», αναφέρεται στην ανακοίνωση.

Έτσι, εκ μέρους της Ουκρανίας και των «χωρών – εταίρων» της, η ανακοίνωση απαιτεί:

1. Ακύρωση όλων των έργων στα οποία εμπλέκεται η Ρωσική Ομοσπονδία και των έργων που έχουν χρηματοδότηση ρωσικής προέλευσης.

2. Απαγόρευση της λειτουργίας ρωσικών πολιτιστικών κέντρων στην επικράτεια των χωρών εταίρων.

3. Αποκλεισμός πολιτών της Ρωσικής Ομοσπονδίας από εποπτικά συμβούλια και πολιτιστικές συμμαχίες, άρνηση χορηγιών και οργανωτικής υποστήριξης.

4. Ακύρωση της συμμετοχής της Ρωσικής Ομοσπονδίας (καθώς η συμμετοχή της στη Eurovision έχει ήδη ακυρωθεί) σε διεθνή φεστιβάλ, εκθέσεις, φόρουμ και πολιτιστικές εκδηλώσεις, συμπεριλαμβανομένων:

α) εκθέσεων και αγορών σύγχρονης τέχνης, ιδίως της Μπιενάλε της Βενετίας, της Art Basel, της Documenta και άλλων

β) Των Φεστιβάλ Καννών, Βερολίνου, Βενετίας και άλλων διεθνών κινηματογραφικών φεστιβάλ.

γ) Των Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ, της Αβινιόν, της Arena di Verona και άλλων θεατρικών και μουσικών εκδηλώσεων

δ) Λογοτεχνικών εκδηλώσεων, συμπεριλαμβανομένης της Έκθεσης Βιβλίου της Φρανκφούρτης, του Φόρουμ Βιβλίου του Λονδίνου, κ.λπ.

5. Αποκλεισμό της κάλυψης του ρωσικού πολιτισμού στα μέσα ενημέρωσης.

6. Αναστολή της συνεργασίας με καλλιτέχνες και εικαστικούς που υποστηρίζουν ανοιχτά το καθεστώς του Βλαντίμιρ Πούτιν, όπως ήδη έπραξαν η Φιλαρμονική του Μονάχου, η Φιλαρμονική Ορχήστρα του Ρότερνταμ, το Θέατρο La Scala στο Μιλάνο, η Βασιλική Όπερα στο Λονδίνο και πολλοί άλλοι πολιτιστικοί οργανισμοί που έχουν δείξει αλληλεγγύη με την Ουκρανία.

«Εμείς, άνθρωποι που εργαζόμαστε στον πολιτισμό και την τέχνη, εκτιμούμε ιδιαίτερα τη θέση ορισμένων Ρώσων καλλιτεχνών που καταδίκασαν ανοιχτά την επιθετικότητα και τις στρατιωτικές ενέργειες της Ρωσικής Ομοσπονδίας κατά της Ουκρανίας. Η τέχνη είναι πάντα στην πρώτη γραμμή των ανθρωπιστικών αξιών. Καταλαβαίνουμε ότι ο πολιτισμός δεν μπορεί να υπηρετήσει προπαγανδιστικούς σκοπούς, αλλά θα πρέπει να στοχεύει στην ανάπτυξη κριτικής σκέψης και στην αναζήτηση διαλόγου. Η Ρωσική Ομοσπονδία είναι επιθετική. Η κουλτούρα της είναι τοξική! Μην είστε συνένοχοι!», καταλήγει η ανακοίνωση, την οποία υπογράφουν, μεταξύ άλλων: Ο υπουργός Πολιτισμού της Ουκρανίας, Αλεξάντρ Τκατσένκο, η εκπρόσωπος της Κρατικής Υπηρεσίας για ζητήματα Τέχνης και Καλλιτεχνικής εκπαίδευσης, Γκαλίνα Γκριγκορένκο, ο διευθυντής του Ουκρανικού Ινστιτούτου, Βλαντίμιρ Σέικο, καλλιτέχνες, εικαστικοί, γκαλερίστες, αλλά και φορείς όπως ο ουκρανο-βρετανικός σύνδεσμος.

Η παραπάνω, πρωτοφανής ανακοίνωση είναι σκοτεινή για πάρα πολλούς λόγους, καθώς επίσης και επικίνδυνη για ακόμη περισσότερους. Θα περιοριστούμε μόνο στους σημαντικότερους:

Στοχοποιεί την κουλτούρα ενός ολόκληρου λαού για προπαγανδιστικούς σκοπούς… την ίδια στιγμή που διακηρύττει ότι «ο πολιτισμός δεν μπορεί να υπηρετήσει προπαγανδιστικούς σκοπούς».
Εκλαμβάνει την κουλτούρα ενός ολόκληρου λαού ως a priori «τοξική», με κριτήρια καταγωγής. Εισάγοντας, έτσι, μια ιδιότυπη «ευγονική» στην χειραγώγηση του δημόσιου γούστου.
Ενοχοποιεί την επαφή με την κουλτούρα ενός ολόληρου λαού, ως de facto «συνενοχή» στον πόλεμο της αστικής τάξης του.
Ετεροκαθορίζει τον πολιτισμό, αποκλειστικά σε σχέση με την εξουσία. Για τους συντάκτες της ανακοίνωσης, η τέχνη μπορεί να υπάρχει μόνο εντός ενός συστημικού «πολιτικώς ορθού» λόγου, ο οποίος, προφανώς, θα ορίζεται από τα κριτήρια αποδοχής του κάθε φορά ισχυρού.
Αλλιώς… στον Καιάδα.

 

Η αρχή του κρατικού πογκρόμ

 

Όπως η ίδια η ανακοίνωση αναφέρει, μια σειρά μεγάλοι διεθνείς πολιτιστικοί οργανισμοί, δεν περίμεναν το Κίεβο: Ξεκίνησαν ήδη από μόνοι τους το πογκρόμ.

Η Φιλαρμονική του Μονάχου απέλυσε τον Ρώσο καλλιτεχνικό διευθυντή της, μαέστρο, Βαλέρι Γκεργκίεφ. Ο λόγος της απόλυσης είναι επειδή αρνήθηκε να λάβει «σαφή θέση» για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Δηλαδή, δεν υπέγραψε δήλωση. Ο Γκεργκίεφ είναι γενικός και καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου Μαρίνσκι, επικεφαλής μαέστρος της Φιλαρμονικής του Μονάχου και καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Λευκών Νυχτών στην Αγία Πετρούπολη.
Είχε προηγηθεί η ακύρωση, την Δευτέρα, των συναυλιών του Θεάτρου Μαρίνσκι, υπό τη διεύθυνσή του, που επρόκειτο να πραγματοποιηθούν τον Απρίλιο στη Φιλαρμονική του Παρισιού. «Οι συναυλίες της ορχήστρας του θεάτρου Μαρίνσκι και του Βαλέρι Γκεργκίεφ που είχαν προγραμματιστεί για τις 9 και 10 Απριλίου στο Pierre Boulez Grand Hall έχουν ήδη ακυρωθεί», αναφέρει η σχετική ανακοίνωση της Φιλαρμονικής. Διευκρινίζει ότι η απόφαση για αλλαγή του προγράμματος συναυλιών «για τους επόμενους μήνες» ελήφθη σε σχέση με την Ουκρανία.
Η Φιλαρμονική του Παρισιού σχεδιάζει να ανακοινώσει πρόσθετες «ακυρώσεις και αντικαταστάσεις» τις επόμενες ημέρες. Οι αποφάσεις θα ληφθούν «σύμφωνα με τις συστάσεις της κυβέρνησης» της Γαλλίας.
Το Carnegie Hall στη Νέα Υόρκη ανακοίνωσε ότι ο Γκεργκίεφ δεν θα διευθύνει τη Φιλαρμονική της Βιέννης για τρεις συναυλίες αυτή την εβδομάδα. Ακύρωσε επίσης τη συμμετοχή του πιανίστα Ντενίς Ματσούεφ στη συναυλία της Παρασκευής.
Η «La Scala» του Μιλάνου απαίτησε από τον Γκεργκίεφ «δήλωση», διαφορετικά θα απομακρυνθεί από τις παραστάσεις με την όπερα «The Queen of Spades», που θα ανέβει στη σκηνή από τις 5 έως τις 13 Μαρτίου.
Ανάλογη «δήλωση μετανοίας» ζητήθηκε και από την επίσης διεθνούς φήμης Ρωίδα σοπράνο, Άννα Νετρέμπκο, από την Κρατική Όπερα του Βερολίνου και τη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης, που απαίτησαν να αποστασιοποιηθεί από τις ενέργειες της Ρωσίας στην Ουκρανία. Το αποτέλεσμα ήταν να ακυρωθούν οι συναυλίες της.
 

«Σε λίγο θα μου ζητήσουν να διαλέξω μεταξύ Τσαϊκόφσκι και Μπετόβεν»

 

Είναι προφανές, ότι αυτό το πολιτισμικό πογκρόμ, έλαβε πολύ γρήγορα νεο-μακαρθικά χαρακτηριστικά, με αποτέλεσμα, ακόμη και αν ο καλλιτέχνης δεν είχε καμία πρόθεση να υποστηρίξει έναν πόλεμο, να αρνείται να το κάνει με όρους που εξοντώνουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Και τι είδους τέχνη μπορεί να παράξει ένας βαθιά υποταγμένος άνθρωπος;

Διότι, αυτό ακριβώς συμβαίνει. Ο πόλεμος στην Ουκρανία χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για να τεθεί επί τάπητος ο στόχος του κεφαλαίου για απόλυτη κυριαρχία στην πολιτιστική δημιουργία και ως ευκαιρία να γίνει αυτό με όρους ανοιχτής κρατικής καταστολής και διωγμών, με απόλυτα ρατσιστικά – εθνοτικά κριτήρια.

Αυτό ακριβώς καταγγέλει, ουσιαστικά, και η επιστολή του Ρώσου μαέστρου, Τουγκάν Σαχίεφ, με την οποία γνωστοποίησε την παραίτησή του από την θέση του αρχιμαέστρου στο Θέατρο Μπολσόι, αλλά και από την διεύθυνση της Εθνικής Ορχήστρας του Καπιτωλίου της Τουλούζης.

Είναι χαρακτηριστικό του τρόπου που ο νεο-μακαρθισμός αναπαρήγαγε την είδηση: Τα δυτικά ΜΜΕ – και από εκεί και τα ελληνικά – μοντάρισαν την επιστολή με τέτοιο τρόπο, ώστε να «ευνουχιστεί» η καταγγελτική ουσία της ενάντια στην αποσύνθεση των ευρωπαϊκών αξιών του Διαφωτισμού. Έτσι, από την φράση του πρωτότυπου «στην Ευρώπη σήμερα με αναγκάζουν να κάνω μια επιλογή και να προτιμήσω το ένα μέλος της μουσικής οικογένειάς μου, από το άλλο», έκοψαν το «στην Ευρώπη», αφήνοντας μετέωρο στον αναγνώστη για το ποιος είναι αυτός που αναγκάζει.

Στην επιστολή, την οποία μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη στο τέλος σε δική μας μετάφραση από το πρωτότυπο, ο Σαχίεφ καταγγέλει τις αρχές της Τουλούζης για την απαγόρευση του Ρωσο-γαλλικού μουσικού φεστιβάλ της πόλης, αλλά και την Ευρώπη: «Σε λίγο θα μου ζητήσουν να διαλέξω μεταξύ Τσαϊκόφσκι, Στραβίνσκι και Σοστακόβιτς και Μπετόβεν, Μπραμς και Ντεμπυσσύ. Αυτό συμβαίνει ήδη στην Πολωνία, μια ευρωπαϊκή χώρα όπου η ρωσική μουσική είναι απαγορευμένη».

 

Το πογκρόμ στον κινηματογράφο

 

Συνεπώς, αυτό που συμβαίνει, ξεπερνά την συγκυρία και αφορά απευθείας και απροσχημάτιστα, την ολοκληρωτική ποδηγέτηση ακόμη και κάθε πρόθεσης να δηλωθεί ένας διαφορετικός λόγος, σε κάθε επίπεδο: Από την τέχνη και τα ΜΜΕ, μέχρι τα καφενεία.

Αυτός είναι και ο λόγος που η Ευρωπαϊκή Ένωση συν-διοργανώνει αυτό το πογκρόμ, πίσω από τα κροκοδείλια δάκρυα για το δράμα του ουκρανικού λαού. Είναι χαρακτηριστικό, ότι πολιτιστικοί φορείς που συνδέονται στενά με τις Βρυξέλλες – και χρηματοδοτούνται με γερμανικό δημόσιο χρήμα – όπως η Ευρωπαϊκή Ακαδημία Κινηματογράφου, αποδέχτηκαν από τους πρώτους ανάλογο «κάλεσμα» καταστολής του ρωσικού σινεμά, από την ουκρανική ακαδημία κινηματογράφου, υιοθετώντας πλήρως το απόλυτα σκοταδιστικό σκεπτικό της τελευταίας.

Η Ουκρανική Ακαδημία Κινηματογράφου, λοιπόν, κάλεσε την παγκόσμια κινηματογραφική κοινότητα (φεστιβάλ, παραγωγούς, διανομείς, θεσμικούς φορείς, τους πάντες) να μποϊκοτάρουν τον ρωσικό κινηματογράφο. Από το κάλεσμα ξεχωρίσαμε δύο αποσπάσματα που δείχνουν την προθυμία της συστημικής τέχνης να ιδεολογικοποιήσει και αισθητικοποιήσει την απλή – όσο και ζοφερή – ανάγκη του κεφαλαίου να αναπαραχθεί, ακόμη και στέλνοντας τα παιδιά των εργατών στον θάνατο.

«Όπως γνωρίζετε», γράφει η Ουκρανική Ακαδημία Κινηματογράφου, «από τον Φεβρουάριο του 2014, η Ρωσική Ομοσπονδία διεξάγει πόλεμο κατά της Ουκρανίας, ενεργώντας ως επιτιθέμενος. Η Ρωσία προσάρτησε την Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας και κατέλαβε τμήματα των περιφερειών Λουγκάσκ και Ντονιέτσκ, εδάφη που ανήκουν στην Ουκρανία. Το ρωσικό καθεστώς διαπράττει τακτικά εγκλήματα πολέμου κατά του ουκρανικού άμαχου πληθυσμού, τόσο στις προαναφερθείσες περιοχές όσο και στις παρακείμενες περιοχές».

Αυτό είδαν οι Ουκρανοί κινηματογραφιστές ότι έγινε το 2014.

Δεν είδαν:

Τα ναζιστοτοτάγματα να ματοκυλούν το Ντονμπάς.
Τους χιλιάδες νεκρούς αμάχους.
Δεν άκουσαν:

Την απαγόρευση των κομμουνιστικών και σοβιετικών συμβόλων.
Την απαγόρευση κομμάτων, οργανώσεων, κινηματικών δράσεων. Τα δημόσια λιντσαρίσματα. Τα γκρεμισμένα μνημεία της αντιφασιστικής και επαναστατικής μνήμης.
Την νομιμοποίηση και συνταξιοδότηση των ουκρανικών SS. Τις κρατικές τιμές στον μπαντερικό ναζισμό. Τον ανασκολοπισμό της ιστορίας και τις παιδικές κατασκηνώσεις «διαπαιδαγώγησης» των ναζί «παιδαγωγών» του «Αζόφ» και των φίλων τους.
Το ότι για πρώτη φορά μετά το τέλος του πολέμου, μια ευρωπαϊκή χώρα, εντάσσει στον κρατικό μηχανισμό πατενταρισμένους ναζί, χρηματοδοτεί ναζιστικά τάγματα και τα εντάσσει στον επιχειρησιακό σχεδιασμό του τακτικού στρατού και στην Εθνοφρουρά, υπό την διοίκηση του υπουργείου Εσωτερικών.
Αλλά αυτή η επιλεκτική «τύφλωση» – αξιοσημείωτη για κινηματογραφιστές – είναι τα «καλά» νέα αυτού του καλέσματος. Διότι, πιο κάτω, ανοίγουν οι πύλες του εθνικιστικού ζόφου, του ρατσιστικού ερέβους, εκείνου του καταλήγει στον συνηθισμένο, τυφλό, καθημερινό φασισμό της διπλανής πόρτας:

«Όμως σε μια εποχή που οι παγκόσμιες δυνάμεις επιβάλλουν οικονομικές και πολιτικές κυρώσεις στη Ρωσική Ομοσπονδία, η χώρα συνεχίζει να δραστηριοποιείται στον πολιτιστικό τομέα. Ειδικότερα, αρκετές ταινίες της Ρωσίας γίνονται δεκτές τακτικά στα προγράμματα των περισσότερων παγκόσμιων κινηματογραφικών φεστιβάλ και δαπανώνται σημαντικοί πόροι για την προώθησή τους.

»Αποτέλεσμα αυτής της δραστηριότητας δεν είναι μόνο η διάδοση προπαγανδιστικών μηνυμάτων και παραποιημένων γεγονότων. Ενισχύει επίσης την πίστη της ρωσικής κουλτούρας – την κουλτούρα του επιτιθέμενου κράτους, που εξαπέλυσε αδικαιολόγητο και απρόκλητο πόλεμο στην κεντρική Ευρώπη. Ακόμη και η ίδια η παρουσία ρωσικών ταινιών στο πρόγραμμα των παγκόσμιων κινηματογραφικών φεστιβάλ δημιουργεί την ψευδαίσθηση της εμπλοκής της Ρωσίας στις αξίες του πολιτισμένου κόσμου.».

Ο κινηματογράφος, λοιπόν, από τον Αϊζενστάιν μέχρι τον μικρομηκά στις γειτονιές της Μόσχας, «δημιουργεί την ψευδαίσθηση της εμπλοκής της Ρωσίας στις αξίες του πολιτισμένου κόσμου.».

Την «ψευδαίσθηση».

Διότι, σύμφωνα με την Ουκρανική Ακαδημία Κινηματογράφου, στην πραγματικότητα, δεν γίνεται μια μη πολιτισμένη χώρα, να δημιουργεί κινηματογράφο. Μόνο κρατική προπαγάνδα.

Διότι, για την Ουκρανική Ακαδημία Κινηματογράφου – και τους φίλους της – η τέχνη κρίνεται με κριτήρια καταγωγής. Και μπορεί, φυσικά, να προπαγανδίζει την εξουσία, αρκεί να πρόκειται για τα δικά μας αφεντικά.

Αλλιώς δεν ανήκει στον «πολιτισμένο κόσμο».

 

«Ο ρωσικός πολιτισμός αποτελεί απειλή για την εθνική ασφάλεια άλλων χωρών»

 

Την ίδια ακριβώς ιδεολογική βαρβαρότητα, αναπαράγει και το Ουκρανικό Ινστιτούτο, το οποίο συνυπογράφει και την αρχική ανακοίνωση.

Σε συνέντευξή του, ο Αλίμ Αλίεφ, αναπληρωτής γενικός διευθυντής του Ουκρανικού Ινστιτούτου και επικεφαλής του ουκρανικού παραρτήματος της διεθνούς οργάνωσης συγγραφέων PEN, δεν μπορεί να κρύψει την χαρά του για το ότι, όπως το θέτει, «έρχονται τανκς για την ρωσική κουλτούρα».

Να σημειωθεί, ότι το ουκρανικό παράρτημα, του οποίου ηγείται ο κ. Αλίεφ, έχει το καθεστώς της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «για την προστασία της ελευθερίας του λόγου και των δικαιωμάτων των δημιουργών».

Το δε Ουκρανικό Ινστιτούτο είναι κρατικό ίδρυμα που δημιουργήθηκε από το καθεστώς του Κιέβου το 2017 για να προωθεί την «ουκρανική κουλτούρα» και να διαμορφώνει μια «θετική εικόνα της Ουκρανίας στον κόσμο». Γι’ αυτό και υπάγεται στο υπουργείο Εξωτερικών. Υπενθυμίζεται ότι την εκδοχή της «ουκρανικής κουλτούρας» που προωθεί το ινστιτούτο, την ορίζει ένα κράτος που ποινικοποίησε την κομμουνιστική ιδεολογία, ανασκολοπίζει την σοβιετική ιστορία και χρηματοδοτεί με δημόσιο χρήμα τα φασιστοτάγματα που ματοκυλούν το Ντονμπάς.

«Βλέπουμε παραδείγματα όπου ο ρωσικός πολιτισμός αποτελεί απειλή για την εθνική ασφάλεια άλλων χωρών. Όταν οι άνθρωποι δένονται συναισθηματικά, δεν βλέπουν τι είδους τέρας μεγαλώνει δίπλα τους» δηλώνει ο κ. Αλίεφ. «Κανένας ρωσικός κρατικός θεσμός – και πρέπει να καταλάβουμε ότι αν μιλάμε για πολιτιστικούς θεσμούς, τότε οι περισσότεροι είναι κρατικοί ή σχεδόν κρατικοί – δεν έχει ηθικό δικαίωμα να εκπροσωπείται κάπου. Δεν μπορεί να υπάρχουν ρωσικά έργα στη Μπιενάλε της Βενετίας, και στην Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης δεν πρέπει να υπάρχει ένα τεράστιο περίπτερο με την επιγραφή “Ρωσία”» συνεχίζει.

Δεν φτάνει όμως μόνο το μποϊκοτάρισμα του Τσαϊκόφσκι, του Τσέχοφ, του Ντοστογιέφσκι, του Τολστόι, του Μαγιακόφσκι, του Αϊζενστάιν σε αυτό το άξιο παιδί του Βολταίρου. Θέλει μποϊκοτάρισμα σε bloggers, δημοσιογράφους, δημόσια πρόσωπα, δημόσιες πρωτοβουλίες που σχετίζονται με τη Ρωσία. Και βέβαια, σε πανεπιστήμια και επιστημονική έρευνα, με μπλοκάρισμα και της χρηματοδότησης τους.

 

Η Ελλάδα πήγε πάλι «στη σωστή πλευρά της ιστορίας» και διώκει τον Τσαϊκόφσκι

 

Από τις πρώτες χώρες που έσπευσαν να εγκαινιάσουν αυτόν τον νεο-μακαρθικό διωγμό, ήταν – φυσικά – η Ελλάδα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αφού έμπλεξε την χώρα και τον ελληνικό λαό στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, τόσο ως νατοϊκό ορμητήριο, όσο και στέλνοντας όπλα στο Κίεβο, ανέστειλε «οποιαδήποτε υλοποίηση, συνεργασία, προγραμματισμό ή συζήτηση εκδηλώσεων με ρωσικούς πολιτιστικούς οργανισμούς», σύμφωνα με την σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού.

Επίσης, η κυρία Μενδώνη ενημέρωσε, «ότι η ήδη αναβληθείσα εκδήλωση του Gala Όπερας που ήταν προγραμματισμένη για την Πέμπτη 3 Μαρτίου, ακυρώνεται, όπως και η μετάδοση της παράστασης “Η Λίμνη των Κύκνων», στο πλαίσιο του κύκλου The Bolshoi Ballet Live from Moscow, την Κυριακή 6 Μαρτίου, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών / Megaron – The Athens Concert Hall .».

 

Απαίτηση υπακοής με εθνικούς ύμνους.

 

Η δίωξη του Τσαϊκόφσκι από το ελληνικό κράτος ήταν η εγχώρια έναρξη του νατοϊκού, νεο-μακαρθικού πογκρόμ. Μέχρι στιγμής, ένας κρατικός φορέας, η Λυρική Σκηνή, και ένας δημοστικός, η συμφωνική ορχήστρα του δήμου Αθηναίων, επιδιώχθηκε να μετατραπούν σε όργανα κρατικής προπαγάνδας και απέτυχαν, μετά από την γενναία στάση των εργαζομένων τους.

Η αρχή έγινε στη συμφωνική του δήμου Αθηναίων. Ο δήμαρχος της πόλης, Κ. Μπακογιάννης, όπως καταγγέλει ο Πανελλήνιος Μουσικός Σύλλογος, έδωσε εντολή να παιχτεί ο Εθνικός Ύμνος της Ουκρανίας στην έναρξη της προγραμματισμένης συναυλίας της συμφωνικής ορχήστρας και της χορωδίας την Παρασκευή 4/3, χωρίς να ζητήσει τη γνώμη των ιδίων των μουσικών.

Οι μουσικοί, ορθώς έκριναν, ότι αυτή η εντολή δεν εκκινείται από τα «αλληλέγγυα» αισθήματα της δημοτικής αρχής, αλλά από την «προσπάθεια της Κυβέρνησης, μετά την έναρξη του πολέμου, να επιβάλλει στο χώρο του Πολιτισμού ποια έργα θα παίζονται και ποια όχι».

Έτσι, η εντολή δεν έγινε δεκτή από τους μουσικούς του δήμου Αθηναίων.

Από την ανακοίνωση του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου, την οποία μπορείτε να διαβάσετε όλη στο τέλος, κρατάμε το εξής: «Οι καλλιτέχνες δεν είμαστε εκτελεστικά όργανα της Πολιτιστικής διπλωματίας. Έχουμε άποψη πάνω στο έργο μας, παλεύουμε αυτό να ενώνει και όχι να διχάζει τους λαούς. Οι εργαζόμενοι έχουμε δικαίωμα να αποφασίζουμε δημοκρατικά. Φασισμός είναι να παρακάμπτεται η βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας , για να επικρατήσει η βούληση του ενός.».

 

Κρατική πολιτιστική διπλωματία και αντικομμουνισμός

 

Υπάρχει όμως ακόμη μια ενδιαφέρουσα πλευρά του περιστατικού, που τεκμηριώνει ότι αυτό που συμβαίνει δεν αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Στην εκστρατεία συκοφάντησης της αξιοπρεπούς και γενναίας στάσης των μουσικών του Δήμου, ένας από τους συναδέλφους τους που μειοψήφισαν επιδόθηκε σε ένα αντικομμουνιστικό κρεσέντο, κατηγορώντας το ΚΚΕ για «καπέλωμα» των μουσικών της ορχήστρας και διαστρεβλώνοντας τα πραγματικά περιστατικά.

Μάλιστα, ο ίδιος, αν και επικαλείται τα «ιδεώδη της ελευθερίας και του ανθρωπισμού», υποκύπτει – αμαχητί εδώ που τα λέμε – στον πειρασμό του μετεμφυλιακού αντικομμουνισμού, με φράσεις όπως «ο συνασπισμός Φασιστών, ΚΚΕ και ψεκασμένων, καπελώνει και εξευτελιζει τους Έλληνες Μουσικούς.».

Αποδεικνύοντας, ότι ο αντικομμουνισμός παλαιάς κοπής συνοδεύει πάντα τις κατασταλτικές επιδιώξεις του καπιταλισμού.

 

Απαίτηση υπακοής με εθνικές σημαίες

 

Η συνέχεια παίχτηκε στη Λυρική Σκηνή το Σάββατο. Η διοίκηση, χωρίς να ρωτήσει τους εργαζόμενους, έβαλε έναν καλλιτέχνη να βγει στη σκηνή πριν την έναρξη, τυλιγμένο με την ουκρανική σημαία, για να αφιερώσει «εκ μέρους όλων των εργαζομένων», την παράσταση, στην Ουκρανία. Μάλιστα, ακολούθησε ενός λεπτού σιγή.

Ωστόσο, ουδείς ρώτησε τους εργαζόμενους. Οι οποίοι, εξοργισμένοι από το επικό αυτό καπέλωμα, λίγο πριν την έναρξη του δεύτερου μέρους, μαζί με το σωματείο τους, ανέβηκαν στην σκηνή και ενημέρωσαν το κοινό ότι αυτό που είδαν στην έναρξη δεν έχει την έγκριση τους, δεν ρωτήθηκαν και συνιστά κρατική προπαγάνδα και όχι αντιπολεμική δράση.

Ακολούθησε, την Κυριακή, η ανακοίνωση του σωματείου της Λυρικής, την οποία παραθέτουμε ολόκληρη, στο τέλος, διότι αναδεικνύει την νοσηρή ουσία της κρατικής παρέμβασης. Από την ανακοίνωση αυτή αξίζει να υπογραμμιστεί η στάση του Ουκρανού σολίστ, Αντονένκο, ο οποίος είπε στο κοινό: «Είμαι Ουκρανός, έχω συγγενείς στην Ουκρανία αλλά ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι εδώ και 8 χρόνια». Υπενθυμίζοντας αυτό που θέλουν να ξεχάσουμε: Τον εμφύλιο πόλεμο στην Ουκρανία, που ξεκίνησε το 2014, μετά το πραξικόπημα του Μαϊντάν, βομβαρδίζοντας τον λαό του Ντονμπάς, που εξεγέρθηκε για να προστατεύσει στοιχειώδη δικαιώματά του.

Είναι προφανές, ότι ο νεο-μακαρθισμός μόλις ξεκίνησε. Και ο ρωσικός πολιτισμός είναι μόνο το πρώτο θύμα. Τον πραγματικό στόχο θα τον δούμε μόλις κοιταχτούμε στον καθρέφτη.

 

Παράρτημα

 

1. Η επιστολή του Τουγκάν Σαχίεφ:

 

«Ξέρω ότι πολλοί θα ήθελαν να μάθουν τη θέση μου για το τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή και περίμεναν να μιλήσω. Μου πήρε λίγο χρόνο για να συνειδητοποιήσω τι συνέβαινε και να εκφράσω τα περίπλοκα συναισθήματα που μου προκάλεσαν τα τρέχοντα γεγονότα.

Πρώτα απ ‘όλα, πρέπει να πω το πιο σημαντικό πράγμα: ποτέ δεν υποστήριξα καμία σύγκρουση. Δεν την αποδέχομαι σε καμία μορφή ή εκδήλωση. Το γεγονός ότι κάποιος μπορεί να αμφισβητήσει την προσπάθειά μου για την ειρήνη και να πιστεύει ότι ως μουσικός μπορώ ποτέ να υποστηρίξω οτιδήποτε άλλο εκτός από την ειρήνη στον πλανήτη μας, είναι σοκαριστικό και προσβλητικό.

Κατά τη διάρκεια των διαφόρων καταστροφικών γεωπολιτικών γεγονότων που αντιμετώπισε η ανθρωπότητα τα τελευταία είκοσι χρόνια, καθώς εξελισσόταν η επαγγελματική μου σταδιοδρομία, τασσόμουν πάντα με τους συναδέλφους μου μουσικούς και πάντα μοιραζόμασταν και εκφράζαμε υποστήριξη και συμπάσχαμε με όλα τα θύματα αυτών των συγκρούσεων.

Είναι αυτό που κάνουμε εμείς οι μουσικοί: εκφράζουμε τις σκέψεις μας μέσω της μουσικής, λέμε συναισθηματικά πράγματα μέσω της μουσικής, παρηγορούμε με την μουσική, όσους την έχουν ανάγκη. Εμείς οι μουσικοί είμαστε τυχεροί που μπορούμε να μιλάμε αυτή τη διεθνή γλώσσα, η οποία μερικές φορές μπορεί να εκφράσει περισσότερα από οποιαδήποτε λέξη που γνωρίζει ο πολιτισμός.

Είμαι πάντα πολύ περήφανος που είμαι μαέστρος από μια χώρα τόσο πλούσια σε πολιτισμό όπως η Ρωσία, και επίσης είμαι πολύ περήφανος που είμαι μέρος της γαλλικής μουσικής ζωής από το 2003. Αυτό είναι που κάνει η μουσική. Συνδέει ανθρώπους και καλλιτέχνες από διαφορετικές ηπείρους και πολιτισμούς, θεραπεύει τις ψυχές των ανθρώπων και δίνει ελπίδα για μια ειρηνική ύπαρξη σε αυτόν τον πλανήτη.

Η μουσική μπορεί να είναι δραματική, λυρική, αστεία, μελαγχολική, αλλά ποτέ προσβλητική! Πείστηκα γι’ αυτό ως αποτέλεσμα της γόνιμης συνεργασίας με μια υπέροχη ορχήστρα στην Τουλούζη. Μου το αποδεικνύει αυτό η καταπληκτική ομάδα μου στο Θέατρο Μπολσόι, κάθε φορά που διευθύνω παραστάσεις στη Ρωσία ή όταν περιοδεύουμε μαζί στην Ευρώπη.

Τόσο στην Τουλούζη όσο και στο Θέατρο Μπολσόι προσκαλούσα τακτικά Ουκρανούς τραγουδιστές και μαέστρους. Δεν σκεφτόμασταν καν την εθνικότητά μας. Μας άρεσε να κάνουμε μουσική μαζί και να είμαστε μέρος του μουσικού κόσμου. Και σήμερα η θέση μας παραμένει αμετάβλητη.

Γι’ αυτό ξεκίνησα το Ρωσο-γαλλικό Φεστιβάλ στην Τουλούζη: για να δείξω σε όλους ότι οι λαοί της Γαλλίας και της Ρωσίας συνδέονται ιστορικά, πολιτιστικά, πνευματικά και μουσικά και ότι είμαι περήφανος για αυτή τη σύνδεση μεταξύ των δύο μεγάλων χωρών μας, τις οποίες αγαπώ.

Σήμερα σε αυτό το φεστιβάλ, αντιτίθενται οι αρχές της πόλης της Τουλούζης. Τι ντροπή! Πιστεύω ότι αυτό το φεστιβάλ μπορεί να πετύχει περισσότερα για την δημιουργία φιλικών σχέσεων, από ό,τι οι πολιτικές δηλώσεις.

Τις τελευταίες μέρες, βλέπων αυτό που πίστευα ότι δεν θα έβλεπα ποτέ στη ζωή μου. Στην Ευρώπη σήμερα με αναγκάζουν να κάνω μια επιλογή και να προτιμήσω το ένα μέλος της μουσικής οικογένειάς μου, από το άλλο.

Με αναγκάζουν να διαλέξω ανάμεσα σε δύο πολιτισμικές παραδόσεις.

Με αναγκαζουν να προτιμήσω τον έναν καλλιτέχνη από τον άλλο.

Με αναγκάζουν να διαλέξω τον έναν τραγουδιστή στη θέση του άλλου.

Σε λίγο θα μου ζητήσουν να διαλέξω μεταξύ Τσαϊκόφσκι, Στραβίνσκι και Σοστακόβιτς και Μπετόβεν, Μπραμς και Ντεμπυσσύ. Αυτό συμβαίνει ήδη στην Πολωνία, μια ευρωπαϊκή χώρα όπου η ρωσική μουσική είναι απαγορευμένη.

Δεν μπορώ να βλέπω πώς οι συνάδελφοί μου – μαέστροι, ηθοποιοί, τραγουδιστές, χορευτές, σκηνοθέτες – απειλούνται, αντιμετωπίζονται με ασέβεια και γίνονται θύματα μιας “κουλτούρας ακύρωσης”.

Σε εμάς, τους μουσικούς, δίνεται μια εξαιρετική ευκαιρία, εκτελώντας και ερμηνεύοντας αυτούς τους σπουδαίους συνθέτες, να προστατεύσουμε την ανθρωπότητα, να την προστατεύσουμε με την καλωσύνη και με τον αλλλοσεβασμό μεταξύ των ανθρώπων.

Εμείς, οι μουσικοί, καλούμαστε να υπενθυμίσουμε, μέσα από τη μουσική του Σοστακόβιτς την φρίκη που έπεσε στην ανθρωπότητα, στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Εμείς οι μουσικοί είμαστε πρεσβευτές της ειρήνης. Αντί να χρησιμοποιούν εμάς και τη μουσική μας για να ενώνουν τους λαούς, στην Ευρώπη προσπαθούν να μας διχάσουν και να μας εξοστρακίσουν.

Για όλα τα παραπάνω, και έχοντας αναγκαστεί να αντιμετωπίσω μια αδύνατη επιλογή μεταξύ των αγαπημένων μου Ρώσων και των αγαπημένων μου Γάλλων μουσικών, αποφάσισα να παραιτηθώ από Μουσικός Διευθυντής και Αρχιμαέστρος του Θεάτρου Μπολσόι στη Μόσχα και από Μουσικός Διευθυντής της Εθνικής Ορχήστρας του Καπιτωλίου της Τουλούζης.

Ήταν και θα είναι πάντα μεγάλη τιμή για μένα που γνώρισα, συνεργάστηκα και έπαιξα μουσική με τους καλλιτέχνες και τους μουσικούς αυτών των δύο καταπληκτικών κολλεκτίβων. Είμαι περήφανος γι’ αυτούς.».

 

2. Η ανακοίνωση του Σωματείου Εργαζομένων της Λυρικής

 

«Στην παράσταση “Otello” το Σάββατο 5 Μαρτίου, η καλλιτεχνική διεύθυνση του θεάτρου προέβη σε μια κίνηση που δημιούργησε αντιδράσεις στην πλειοψηφία των εργαζομένων. Αποφάσισε να διαβάσει μια ανακοίνωση στο κοινό, σχετική με τον πόλεμο στην Ουκρανία, μέσω ενός συναδέλφου, λέγοντας ότι εκφράζει και τους εργαζομένους της ΕΛΣ, χωρίς όμως να έχουμε ερωτηθεί αν συμφωνούμε με το περιεχόμενό της αλλά ούτε και με τον τρόπο που θα την παρουσίαζε στο κοινό (έχοντας το συνάδελφο να κρατάει την Ουκρανική σημαία).

Μετά απ’ αυτή την κίνηση θεωρήσαμε υποχρέωσή μας μετά το τέλος του διαλλείματος να ενημερώσουμε το κοινό με την ακόλουθη ανακοίνωση:

“Εκφράζουμε την αντίθεσή μας στην κίνηση που έκανε η διοίκηση, χωρίς να ερωτηθούμε για ένα τόσο σοβαρό θέμα, να βγάλει μια ανακοίνωση που δείχνει μια μονομέρεια με το θέμα του πολέμου που γίνεται στην Ουκρανία. Εμείς δεν τασσόμαστε με καμία πλευρά του πολέμου. Η τέχνη πρέπει να ενώνει τους ανθρώπους. Είμαστε υπέρ της ειρήνης. Να σταματήσει τώρα ο πόλεμος. Είμαστε αλληλέγγυοι με τον Ουκρανικό λαό και τους λαούς της περιοχής. Δεν αποδεχόμαστε την κυβερνητική προπαγάνδα για να νομιμοποιηθεί στη συνείδηση του κόσμου η εμπλοκή της χώρας μας στον πόλεμο. Λέμε τώρα να σταματήσει ο πόλεμος”.

Στις αντιδράσεις του κοινού (θετικές και αρνητικές), παρενέβη ο σολίστ Αντονένκο ο οποίος είπε προς εμάς «ότι δε θέλει η τέχνη να μπλέκεται με την πολιτική» και προς το κοινό «Είμαι Ουκρανός, έχω συγγενείς στην Ουκρανία αλλά ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι εδώ και 8 χρόνια»

Για όσους λένε διάφορα στα social media και προσπαθούν να διαμορφώσουν αρνητικό κλίμα για την παρέμβασή μας, έχουμε να πούμε ότι:

Η διοίκηση, διαλέγοντας μεριά, χρησιμοποίησε τον πόνο και την αγωνία του συναδέλφου για τους συγγενείς του στην Ουκρανία για να συνεχίσει την προσπάθεια της κυβέρνησης – που είδαμε και πρόσφατα στο Δήμο Αθηναίων όπου ζητήθηκε εκτός προγράμματος να παιχτεί ο Ουκρανικός Ύμνος – να νομιμοποιηθεί στην συνείδηση του Ελληνικού λαού η συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο της Ουκρανίας και στους Νατοϊκούς σχεδιασμούς.

Δεν έχουμε δει όμως να δείχνει την ίδια ευαισθησία εδώ και 8 χρόνια γι’ αυτά που συμβαίνουν στην Ουκρανία, ούτε παλαιότερα για την επίθεση στη Συρία, στο Ιράκ κ.α

Έχει μεγάλη ευθύνη όταν συντάσσεται με τις επιλογές του Υπουργείου, της κυβέρνησης και της ΕΕ όπου στοχοποιούνται Ρώσοι καλλιτέχνες και έργα Ρώσων συνθετών.

Χρόνια τώρα στο θέατρο συνυπάρχουμε αρμονικά με συναδέλφους Ρώσους, Ουκρανούς, Μολδαβούς κ.α Δε θα αφήσουμε σε καμιά διοίκηση και σε καμία κυβέρνηση να μας χωρίσει. Δεν τασσόμαστε με καμία πολεμική πλευρά, με καμία πολεμική προπαγάνδα μέσω του πολιτισμού.

Εμείς θα συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε τις θέσεις μας. Λέμε:

Η τέχνη πρέπει να παίρνει θέση, αλλά υπέρ των λαών και όχι να μπαίνει στην μέση ως σάκος του μποξ για τα συμφέροντα των λίγων.
Η τέχνη πρέπει να ενώνει τους ανθρώπους και όχι να τους διχάζει.
Δε διαλέγουμε σημαία, αλλά λαούς.
Να σταματήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Απεμπλοκή τώρα της Ελλάδας και όλων των άλλων Νατοϊκών χωρών από τον πόλεμο της Ουκρανίας.».
3. Η ανακοίνωση του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου

 

«Συμπαραστεκόμαστε στους συναδέλφους ενάντια στην προσπάθεια συκοφάντησης τους από μηχανισμούς της Δημοτικής Αρχής και όχι μόνο.

Συγκεκριμένα ο Δήμαρχος κ. Μπακογιάννης έδωσε εντολή να παιχτεί ο Εθνικός Ύμνος της Ουκρανίας στην έναρξη της προγραμματισμένης συναυλίας της συμφωνικής ορχήστρας και της χορωδίας την Παρασκευή 4/3, χωρίς να ζητήσει τη γνώμη των ιδίων των μουσικών.

Προσπάθεια της Κυβέρνησης, μετά την έναρξη του πολέμου, να επιβάλλει στο χώρο του Πολιτισμού ποια έργα θα παίζονται και ποια όχι δεν έγινε δεκτή από τους μουσικούς του Δ.Α.

Σε συνέλευση τους μετά από πρόβα, δημοκρατικά τέθηκε σε ψηφοφορία η πρόταση του Δημάρχου και η πρόταση μουσικών, για μια διαφορετική μορφή έκφρασης της αλληλεγγύης τους στα θύματα του πολέμου. Η πρόταση του Δημάρχου ψηφίστηκε μόνο από δύο μουσικούς μέλη της Ορχήστρας απέναντι στην άλλη πρόταση που ψηφίστηκε από 100 περίπου συντελεστές. Το πρώτο βιολί (στην περίπτωση μας τσέλο) στην προσπάθεια συκοφάντησης, έχει αναλάβει μουσικός της ορχήστρας.

𝝤𝝸 𝞂𝞄𝝹𝝾𝞅𝝰𝝼𝞃ί𝝴ς 𝝳𝝴 𝝷𝝰 𝝿𝝴𝞀ά𝞂𝝾𝞄𝝼.

Οι καλλιτέχνες δεν είμαστε εκτελεστικά όργανα της Πολιτιστικής διπλωματίας. Έχουμε άποψη πάνω στο έργο μας, παλεύουμε αυτό να ενώνει και όχι να διχάζει τους λαούς. Οι εργαζόμενοι έχουμε δικαίωμα να αποφασίζουμε δημοκρατικά. Φασισμός είναι να παρακάμπτεται η βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας , για να επικρατήσει η βούληση του ενός».

 

4. Η ανακοίνωση του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου για την πολιτιστική καταστολή

 

«Η Τέχνη μας στην υπηρεσία των λαών και όχι στο μίσος του εθνικισμού

Ο πόλεμος στην Ουκρανία κλιμακώνεται και δείχνει καθαρά ότι βασικό κίνητρο του αποτελεί η σύγκρουση μεγάλων παγκόσμια δυνάμεων για το ξαναμοίρασμα του κόσμου. Απόδειξη η ανακοίνωση των μεγαλύτερων εξοπλιστικών προγραμμάτων στη Γερμανία, μετά τον β Παγκόσμιο πόλεμο και η συγκρότηση μεγάλων στρατιωτικών συμμαχιών που βρίσκονται με το δάχτυλο στη σκανδάλη.

Μέρος αυτής της πολεμικής προετοιμασίας αποτελεί και η προσπάθεια να φιμωθεί κάθε αντίθετη άποψη. Τόσο στη Ρωσία που συλλαμβάνονται αντιπολεμικοί διαδηλωτές και κλείνουν ΜΜΕ, όσο και στην ΕΕ και τις ΗΠΑ που έχει ξεκινήσει ένα πογκρόμ κάθε αντιπολεμικής φωνής στα ΜΜΕ και τα ΜΚΔ.

Ειδικότερα στο χώρο του Πολιτισμού γίνεται μια συστηματική προσπάθεια, από τις ΗΠΑ την ΕΕ και την Κυβέρνηση της Χώρας μας, να δημιουργηθεί ένα κλίμα που θα συμβάλλει στην πολεμική εμπλοκή της ΕΕ και της Ελλάδας. Μετά την απαγόρευση του έργου του Τσαϊκόφσκι από την υπουργό Πολιτισμού και την απαγόρευση κάθε συνεργασίας με Ρώσους Καλλιτέχνες, έρχονται και νέα πρωτοφανή μέτρα. Η Ευρωπαϊκή Ακαδημία Κινηματογράφου απαγορεύει όλες τις ταινίες Ρώσων δημιουργών και ζητά να πράξουν το ίδιο όλες οι χώρες μέλη της ΕΕ.

Αυτές τις μέρες ήρθε στο φως της δημοσιότητας, με αλληλοαναιρούμενες πληροφορίες, η είδηση ότι το Διεθνές Φεστιβάλ Febiofest που διεξάγεται στην Πράγα έχει ξεκινήσει τις διεργασίες, να αφαιρέσει το Βραβείο «Cristian» που αποδόθηκε το 2017 στον Σέρβο σκηνοθέτη Εμίρ Κουστουρίτσα, για την προσφορά του στον παγκόσμιο κινηματογράφο, λόγω του ότι έχει αποδεχτεί να συνεργαστεί με το Θέατρο του Ρωσικού Στρατού στη Μόσχα. Αντίστοιχα στις ΗΠΑ σε παράσταση της ΜΕΤ Όπερας της Ν. Υόρκης ο Καλλιτεχνικός της Διευθυντής ανακοίνωσε ότι διακόπτει τη συνεργασία με κάθε Ρώσο Καλλιτέχνη και Οργανισμό, καθώς και την αφαίρεση κάθε Ρωσικού έργου από το ρεπερτόριο της Όπερας. Αμέσως μετά Χορωδία και Ορχήστρα εκτέλεσαν τον Ουκρανικό Ύμνο, δίνοντας το ξεκάθαρο μήνυμα της πολεμικής εμπλοκής της Χώρας του.

Το ίδιο σκηνικό προσπάθησε να στήσει και ο Δήμαρχος Αθηναίων απαιτώντας από τους μουσικούς της Συμφωνικής Ορχήστρας και τους Χορωδούς να εκτελέσουν εκτός προγράμματος τον Ουκρανικό Ύμνο. Η προσπάθεια του Δημάρχου Αθηναίων, αποτελεί συνέχεια των Κυβερνητικών ενεργειών για δημιουργία κλίματος εθνικιστικής πόλωσης για να εμπλακεί η Χώρα μας ενεργά στον Πόλεμο.

Χαιρετίζουμε την απόφαση των εργαζομένων στα Μουσικά Σύνολα του Δ. Αθηναίων που η συντριπτική πλειοψηφία τους απέρριψε την πρόταση του Δημάρχου, διαλέγοντας το δικό τους τρόπο να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους στον Ουκρανικό λαό που χτυπιέται.

Οι καλλιτέχνες στη Χώρα μας να μην επιτρέψουμε, η Τέχνη μας να υπηρετεί το μίσος ανάμεσα στους λαούς.

Να μην τεθεί στην υπηρεσία του ενός ή του άλλου στρατοπέδου. Η Τέχνη πρέπει να υπηρετήσει τον άνθρωπο και αυτό αποτελεί τη μεγάλη ευθύνη μας σε αυτή την ιστορική περίοδο.».

***

*Η μετάφραση των αποσπασμάτων των ρωσώφωνων και αγγλόφωνων πηγών είναι του συντάκτη και τυχόν λάθη βαραίνουν τον ίδιο (toperiodiko.gr)

Σχόλια