“Τα Όμοια Των Ομοίων Στις Πληγές Τους Φαίνονται” από την ΚΑΛΕΙΔΟΣΚΟΠΙΚΗ ΚΛΕΙΔΑΡΟΤΡΥΠΑ



Τα όμοια των ομοίων ξένα καμιά στιγμή φαντάζουν 
μιας και ξεχνούν τις ομοιότητες ψάχνοντας τις διαφορές.
Ξενίζουν τα ανοίκεια χαμόγελα μελλοντικών φίλων 
οπόταν σφαλίζουν οι χαρμολύπες τα μάτια των φαντασμένων.

Στ’ ανάθεμα των απραγματοποίητων επιθυμιών
ξεμπροστιάζεται η αναγκαιότητα της παραμυθίας,
ψευδαισθήσεις ριζωμένες που καθημερινά βάφονται
με “καλημέρες”και “καλησπέρες” προκειμένου
να καλλιεργήσουν μονότονες και μονοδιάστατες συνήθειες.

Συνήθειες που δεν ντρέπονται γι’ αυτό που είσαι 
και για όσα πρόκειται ν’ αρρωστήσω με τους περιπάτους πάνω τους,
μιας και ο άνθρωπος επιμένει τυφλά να τις ακολουθά, 
γιατί αδυνατεί να δει καθαρά τη διαφορετικότητά του...

Στης πολυάνθρωπης διαφορετικότητας τον πλακούντα 
κοιμάται και ορέγεται τρεφόμενη η πολυδιάστατη ανθρωπότητα.
Ξεχνιέται όμως ο άνθρωπος στα χνώτα του να ξερνάει 
και πνίγεται τελετουργικά ο αδαής στο οξυγόνο του...

Οξυγόνο κάλπικο, γεμάτο τη μπόχα του συστήματος,
που αυτοτροφοδοτείται με του καθενός και καθεμιάς τη δυσοσμία,
άρρωστου και άρρωστης αυτού του καταθλιβόμενου κόσμου.

Στις πληγές που αίμα δεν κερδίζεται
μα ο ιδρώτας είν’ αυτός που δαπανάται,
σε αυτές αξίζει μνεία και ενδιαφέρον ιατρικό
μιας και το αίμα μέσα τους κοχλάζει για να βγει,
έτοιμο ν’ αφήσει τα πετάλια να διαμαρτυρηθούν 
και το ίδιο, όσο καυτό περιμένει άλλες πληγές να διασκεδάσει...

Απ’ αυτές τις πληγές,
πληγές αναίμακτα καθάριες μα κι επιζήμιες για χρόνια,
ξαναγεννιούνται οι θύμισες παρελθόντων και άστοχα μελλούμενων παρόντων,
ξεβγαίνουν βρωμιάρες κατ’ επίφαση και καθάριες στην όψη
μ’ ένα περιεχόμενο βαρύ όσα και τα κιλά που πάνε κι έρχονται μελαγχολώντας.

Πληγές που ακόμα και οι λεπροί θα ζήλευαν να έχουν
κι όλοι αυτοί οι ανήμποροι που επιδιώκουν ν’ αρρωστήσουν θεαματικά
για να μην τους ξεχάσουν με τους υπόλοιπους αγνώστους τεθνεόντες.
Μερικές φορές τις ονομάζουν κι επιπόλαιες
γιατί κρύβουν επιμελλώς τη δυσκολία τους,
πληγές εσώτερες
μιας και το αίμα δεν φωτίζει το στίγμα τους στο δέρμα,
μα, τουναντίον,
ο ίδιος μέσα σου γνωρίζεις 
που είναι και που τον πόνο τους αντηχούν.

Άλλωστε, οι άλλες,
αυτές οι απροκάλυπτα εξόφθαλμες αιμάτινες πληγές,
είναι αυτές που διεκδικούν μια θέση στου άλγους το μνημονικό,
απότομες και τόσο διασκεδαστικές επί τη εμφανίσει
που στόχος τους 
θαρρείς 
πως είναι να λερώσουν επιφάνειες και να τύχουν σχολίων,
ενδιαφέροντος και “φυσιολογική” συμπόνοια 
απ’ όσους μέχρις στιγμής δεν κατάφεραν
να πληγωθούν και το σταγμένο αίμα τους να βρωμίσουν.

Είναι αυτές,
οι πιο πολλές κατ’ όψην τυχοδιωκτικές της προσοχής
που από μια απλή αμυχή ή γρατζουνιά 
ευελπιστούν να αντιμετωπιστούν ως τα απονενοημένα διαβήματα
δερμάτινων πόρων και αιμοπεταλίων
που επεδίωξαν την αυτοχειρία μέσω της αιμορραγίας.
Γιατί ξέρουν πως το αίμα προκαλεί μα και πουλάει
κόβοντας θαυμασμούς στη μέση-
αναγκάζοντας την καθαριότητα της υγιεινής να επιστρέφει.  
  
Όμως...    

Αριθμός φαντασιόπληκτων εντόμων χασμουριούνται 
και άλλα ρεμβάζουν μέσα στα ζυγωματικά μου,
ενόσω προσπαθώ να χαμογελάσω στα χείλη των ματιών 
που στέκονται απέναντί μου και λιμπίζονται τα δικά μου 
όσο και εγώ τα δικά τους…
Είναι όμορφα να φτιάχνεις εικόνες 
και σαν τον κουλοχέρη να διασταυρώνονται μέσα από τις βλεφαρίδες σου,
τα χάδια όμως πάνω στα ματοτσίνορά σου φαντάζουν 
και είναι οι πιο αληθινές επαφές.
Ο χώρος πάντοτε επέτρεπε αμαρτίες και δολοφονίες στα τσιμεντένια περιττώματα, 
αυτά που ονομάζονται δρόμοι /σοκάκια /πεζοδρόμια…
Απεναντίας, στην ελευθερία της αίσθησης ποτέ δεν θα άρμοζε η επιφυλακτικότητα της σύγχρονης  ταχύτητας!
Οι ματιές που χάνονται και 
καβαλούν τα πρόσωπα και τα κορμιά
ίσως και να μην ήταν τόσο θαρραλέες,
αν δεν τις πότιζε κάποιος με πρωινά ξυπνήματα και φιλιά, 
ολούθε στο μυαλό τους…

Η αμαρτία, έλεγε ένας καταραμένος ιταλός,
όπως και η οίηση,
είναι σαν την πλέον ομορφότερη πράξη,
που έγινε ποτέ από κάποιον τρελό ή άσχημο (για τον κόσμο γύρω τους…).

Η ομορφιά 
ίσως πάλι να πωλείται μέσω εκφράσεων και χαμένων λίμπιντο 
στους διαδρόμους των αστικών κέντρων,
μα η γοητεία θα κατακτά  πάντοτε ονειροπόλους και κουρασμένους 
από τις συνήθειες των δρόμων,
στους οποίους μεγαλώνουν και πεθαίνουν 
δένδρα, 
κλεισμένα σε κάποια τετραγωνικά εκατοστά εμβαδού...
Και οι μορφές,
περαστικές και όχι,
αγκομαχούν για κάποιες ματιές τις οποίες αναπολούν –
τις έχουν δεν τις έχουν λουστεί – 
και χάνονται μαζί τους στον πειρασμό να ιδρώσουν 
σε αγωνίες για το αν θα σε δω απόψε ή όχι,
να δέσω έστω για λίγο τα δάχτυλά σου με τα δικά μου,
να αφήσω να κυλήσει ο δείκτης μου 
ακαριαία 
στις κορυφογραμμές του προσώπου σου…;
θα ήθελες - το ξέρω ή καλύτερα 
αυτό θα ήθελα να θες και εσύ!

Στα οροπέδια των ματιών σου αντιφέγγουν παραθυράκια μικρά όσο το κεφάλι μιας καρφίτσας 
και τότε είναι οι στιγμές,
οπότε επιθυμώ να χωθώ μέσα τους και να με δω μέσα από τα δικά σου.
Πολλές φορές θα θελήσω να κολυμπήσω και μέσα στην υγρασία τους,
χωρίς να κλαις ή όχι…;

Τίποτε δεν πρέπει να είναι σίγουρο,
κανένας δεν πρέπει να είναι σίγουρος,
για κανέναν /καμία,
για τίποτα, αν θες!
Μονάχα, αν πάλι θες,
για τα ρίγη που ρεύεται η ματιά και κάθε βλεφαροσπασμός 
απέναντι σε κάποιον άλλον ή 
για την θερμοκρασία των δαχτύλων και του δέρματος…

Και οι λέξεις δεν είναι πειρασμός 
στα κουρασμένα /φουσκωμένα από την έξη των φιλιών χείλη.
Είναι απλά άλλη μια μορφή έκφρασης,
που δεν σκοτώνει την επικοινωνία, μα 
την αναγκάζει ευχάριστα να προχωρήσει σε πιο προσωπικά στοιχήματα 
μιας γνωριμίας που ανθεί…
Πες πως ο ιδρώτας φανερώνει
το σάλιο του κορμιού σου γι’ αυτόν που καυλώνεις 
να συζητάς χειροπόδαρα, αφαλό με τον αφαλό σου…
Για τα μαλλιά με τα οποία αναπόφευκτα ντύνεται η γλώσσα σου 
όσο περιεργάζεσαι το σώμα που αγκαλιάζεις…και 
tindersticks να χουφτώνουν, 
με πρόφαση την μουσική της ανάσας του δερμάτινου κόμπου που σφίγγεις,
το λαιμό και τους κροτάφους σου!
Καυλώνω, 
σε ιδέες ευαισθησίας και περιέργειας 
γύρω από κάθε επαφή και 
πέφτω πάνω στην χειμωνιάτικη νιφάδα στο χείλος σου!
Αν και τα θαυμαστικά περιττεύουν σε αναφορές από ασπρόμαυρα γράμματα, 
μα είπαμε…
χωρίς ρομαντισμό και βρωμιά η απλότητα περιπλέκεται.
Με λίγη ντροπή και αυθόρμητη επαφή,
οι ορμόνες χωλαίνουν σε αυτό που βλέπουμε.
Δυο τρεις ματιές 
είναι πάντα ικανές να ενσαρκώσουν ακαριαίως μια μικρή ιστορία...

Στα ζυγωματικά σου ανακάλυψα τις ηλικίες των αισθημάτων
κοκκινισμένα όπως εμφανίζονται στη ζέση και το χειμώνα,
εκεί που ακουμπούν καυτά τα χείλη και η γλώσσα μου, 
κάθε που αφυδατώνομαι ενεός στην παρουσία σου.

Σφάλλω όταν νομίζω άθικτες πραγματικότητες 
πως χαρακτηρίζουν το κορμί και τ’ ακροδάχτυλά σου
άθικτες και ανύπαρκτες υπερβολές της άβολης φαντασίας μου.
Μα και πάλι τα δεδομένα των στιγμών σαν σκιάχτρα
καραδοκούν να διώχνουν κάθε τόσο που δημιουργούνται τις διάρκειές μας. 

Έτσι,
χωρίς σκέψη,
προσφέρω κάποιες λέξεις 
να  σε κοιτάζουν αναπαυτικά,
όποτε θα θες να τους δώσεις εικόνες…

γ

Σχόλια