«Η Καταθλιπτική Ψευδαίσθηση Της Μελαγχολίας» του Φορέα Κολασίμων Παθών





 Στις σωρούς αμέτρητων θύμισων πατάμε και δρασκελίζουμε πάνω στις διάρκειες, με αναπνοές στιγμών. Ρημάζονται οι προμαχώνες του ελεύθερου χρόνου και οι νέοι πολεμιστές αγόγγυστα παρέχουν λίπασμα στις γαίες. Οι πατρίδες πλέον δεν έχουν ανάγκη από προασπιστές και θρασύτατους λάγνους του πολιτισμικού παρελθόντος. Τουναντίον, δικαιούνται προσοχής και ενδιαφέροντος από τους προηγούμενους ιθαγενείς του παρελθόντος κόσμου. Το κυκλοφοριακό ολίσθημα του ιστορισμού οφείλεται στην υπεραπλούστευση της σύγχρονης εννοιολογικής περιουσίας· η πληθώρα των σημείων κουράζει και αντικαθίσταται από φευγαλέες εντυπώσεις, μεγαλοστομίες και περηφάνια των ολίγων εκμεταλλευτών στα περιθώρια του ψυχικού κόσμου της πολυπληθούς μάζας. Το όνομα της κατανάλωσης απορροφάται και μετατρέπεται σε καταιγίδες πληροφοριών, σχετικών και αδιάφορων. Ο πλουραλισμός των λέξεων εμπνέει τον βερμπαλισμό της επιχειρηματικής ελίτ παράλληλα με τα έσοδά της.   Κ.Κ.









Τ
ο χάσιμο χρόνου μεταφράζεται σε «λευκή κατανάλωση», ήτοι καταναλώνεις ό,τι δεν πρόλαβες μέχρι τώρα, δίχως να αγοράζεις επιπλέον. Και σύμφωνα με αυτό, η κατανάλωση ταυτίζεται ως όρος με την έννοια της αγοραζωής· ένα εκπτωτικό παίγνιο νοημάτων και περιεχομένων σε συσκευασίες αγοραίων αγαθών και ιδεωδών. Η αμετροέπεια και η υπερβολή συγχρόνως λογαριάζονται ως θράσος/ θάρρος και τόλμη. Η απεξάρτηση και η ανυπακοή στις μέρες μας καταδικάζονται ως ασωτία και περιθώριο.
Τα συμπεράσματα είναι τόσα πολλά, εφόσον πολυάριθμες είναι και οι υποθέσεις για οτιδήποτε συμβαίνει και γνωστοποιείται, οτιδήποτε δηλαδή πλασάρεται διαμορφώνοντας πραγματικότητα με τη συνδρομή των εικόνων. Στο λυκαυγές της συνειδητοποίησης των πραγματικών διαστάσεων του τρόπου ζωής, μόνον εκεί θα μπορούσε κανείς να εναποθέσει τις ελπίδες του για μία αλλαγή της καθημερινότητας…μα και πάλι, το να μεταθέτεις την αληθινή ώρα των ειλικρινών σου προθέσεων στο αμέσως επόμενο διάλειμμα από την βιωμένη πραγματικότητα φανερώνει εξ αρχής ό,τι το παιχνίδι δεν επιθυμεί άλλους παίκτες παρά εσένα τον ίδιο. Κάποτε κάποιος πρότεινε πως ό,τι αναβάλλεται για αύριο, ανάβαλλέ το για αύριο και κάποιος άλλος αντέτεινε πως ό,τι μπορείς να κάνεις τώρα μην το αφήνεις για αύριο. Ο χρόνος πλέον δεν είναι ρευστός ως συνήθιζε να είναι. Όσο αλλάζει το παρόν σε αντιστροφή με το παρελθοντικό παρόν άλλο τόσο και η εντύπωση του μέλλοντος μετακινεί διαρκώς τα παροντικά στοιχεία που θα την χαρακτηρίσουν! Ρεαλισμός και όχι φαντασία, αυτό θωπεύει τις ανεδαφικές συγκινήσεις… 
Ο μοναδικός εχθρός του ανθρώπου είναι το ίδιο το υποκείμενο  και οι δια-δράσεις του μέσα στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Σε αυτό το σημείο θα συμφωνήσω με τον Αντόρνο που υπογραμμίζει πως «...(οι μάζες) δεν έχουν απλά χάσει την όποια αίσθηση ταξικής αλληλεγγύης αλλά επιπλεόν αποτυγχάνουν να συνειδητοποιήσουν πλήρως ότι αυτοί είναι τα αντικείμενα και όχι τα υποκείμενα της κοινωνικής διαδικασίας, την οποία εντούτοις διατηρούν σαν υποκείμενα»(1). Ο χρόνος γεννάει, ωριμάζει και μετουσιώνει τις διαστάσεις του μέσα στις δράσεις του ατόμου· σχετίζεται αμφίδρομα με τις εικόνες, τις πράξεις και τα νοήματα του σύγχρονου κόσμου, επιτρέποντας συνάμα και το σαδισμό, ήτοι την πραγμοποίηση του, καθώς μετατρέπεται στο λεγόμενο ελεύθερο χρόνο- μία έννοια που προσδιορίζει επακριβώς και με σαφήνεια το status των ορίων που σχεδιάζει, εγκαθιδρύει και διατηρεί η έννομη τάξη.  Τίποτε δε στέκει επιβλητικότερο από το χρόνο- με τις δυνάμεις που του έχει προσάψει ο ανεπτυγμένος κόσμος, αυτός εξιδανικεύεται μολονότι αποτελεί -και ο χρόνος- ένα ακόμα κοινωνικό προϊόν. Η μεσαιωνική Ευρώπη άλλωστε αποτέλεσε το έδαφος εκείνο, το οποίο προσέδωσε καινούρια σημασία στην αξιοπιστία του χρόνου, προσφέροντας ως ανακάλυψη το μηχανικό ρολόι, το μεγαλύτερο επίτευγμα της μεσαιωνικής μηχανικής ευφυΐας, σύμφωνα με τον David S. Landes(2). Το ποιος το επινόησε και που δεν το γνωρίζουμε. Αυτό που γνωρίζουμε όμως είναι ό,τι η εκκλησία αντιστάθηκε για έναν αιώνα θεωρώντας πως το νέο αυτό δεδομένο στην μέτρηση του χρόνου υπονόμευε τις θέσεις της· θέσεις όμως που δεν ήταν ικανοποιητικές για τον εργαζόμενο πληθυσμό και δη τους εμπόρους. Ο L. Mamford, στο βιβλίο του Technics and Civilization, υπογράμμιζε πως το μηχανικό ρολόι σηματοδοτεί μια τελειότητα προς την οποία προσβλέπουν όλες οι μηχανές. Όπως και να’ χει, άλλος ένας χρόνος γράφεται πάντοτε στα ημερολόγια και δεν δείχνει να επηρεάζεται από τις επιθυμίες μας να ξεχάσουμε ορισμένες χρονιές. 
Το  παρελθόν ως νομιμοποιητική αναφορά του καθενός Είναι, συνηθέστερα προβάλλει σημεία από το βίο της υποκειμενικότητας του ατόμου την ίδια στιγμή που, μα εγώ δεν σε ξέρω τόσο καλά, λέει ένας πατέρας στο παιδί του. Σύμφωνα με τον Γκαστόν Μπασελάρ, η γνώση είναι κατεξοχήν ένα έγχρονο έργο(3) και εφόσον ο χρόνος κατατρέχει τη γνώση προσδιορίζοντάς και χαρακτηρίζοντάς την, θα πρέπει να κατανοήσουμε πως αυτή του τη δύναμη την παρέχει το σύνολο των αποφασιστικών στιγμών, που επακολούθως τον χαρακτηρίζουν. Όποια εγκεφαλική μνεία σε συμβεβηκότα, ήτοι καταγεγραμμένες και βιωμένες στιγμές, συνιστά ανάμνηση της υποκειμενικά βιωμένης αλήθειας. 
Οι ώρες που συμπληρώνουν το χρόνο της καθημερινότητας ευλόγως χαρακτηρίζονται από το μεγάλο βαθμό οικειότητας απέναντι στην τυποποίηση, τον αυτοματισμό, την ταχύτητα της παραγωγικής διάθεσης και την ταυτόχρονη έλλειψη σιγουριάς και εμπιστοσύνης στις τετελεσμένες πράξεις (γι’ αυτό και χρειαζόμαστε μία απόδειξη ή να ανατρέξουμε στη μνήμη του κινητού για να διαπιστώσουμε την ώρα της απορίας μας για οτιδήποτε πράξαμε). Ο πολίτης, ο εργάτης το κοινωνικό σύνολο γενικότερα επαληθεύοντας το λατινικό απόφθεγμα mundus vult decepi(4) λειτουργεί ωσάν μια χοάνη καθίζησης πληροφοριών και εικόνων, με αποτέλεσμα την ενίσχυση της πεποίθησης για ένα συγκεκριμένο τέλος(5), το οποίο δεν είναι άλλο από την απόκτηση περισσοτέρων αγαθών (sic). Η κυριαρχία της ζήτησης και  παραγωγής ευνοεί εφήμερα τη ματαιοδοξία του καταναλωτή προσδένοντάς τον στο άρμα της διαρκούς και ελεύθερης επιθυμίας για οτιδήποτε. Η αποϋλοποίηση των υλικών αγαθών έχει ως αποτέλεσμα τη μετατροπή των αντικειμένων σε ποικιλίες τρόπων προέκτασης του Εγώ, δια μέσω των. Το αμάξι, το κινητό τηλέφωνο, η ενδυμασία ακόμα και οι πρόσθετες επίκτητες επιθυμίες (ευ-διαβίωσης) συμπληρώνουν αυτό το περίεργο αμάλγαμα χαρακτηριστικών, δια των οποίων οι ανθρώπινες πτυχές πραγμοποιούνται και οι αντίστοιχες υλικές αποϋλοποιούνται. Η διαμόρφωση του Εγώ επιτυγχάνεται μέσω της συνεχούς διάθεσης των παραπάνω στοιχείων φθάνοντας στο σημείο η απουσία τους ή έστω η περιορισμένη διάθεσή τους να επενεργεί συναισθηματικά στο άτομο. Αυτό εξηγεί και μια πλευρά της κατάθλιψης του σύγχρονου δυτικότροπου κόσμου(6).   
                                 …………………………………..       

Κάθε φορά που δεν βρέχει, ο ήλιος λιώνει τις προσδοκίες μου και εγώ μεμψίμοιρος γυρνοβολάω στις ασχήμιες των αστικών γειτονιών. Τα τεμαχισμένα σύννεφα πάνω στην ουράνια μάσκα είναι κάποια από τα ψήγματα που με κρατούν κάπως ευδιάθετο. Το μεσογειακό κλίμα, ακόμη και εγώ ο ίδιος μπορώ να το επιβεβαιώσω, τίθεται πεπερασμένο στις ρομαντικές αναπολήσεις των τουριστών (περιπατητών). Ο μελαγχολικός τύπος ανθρώπου – μακριά από τα κλισέ της λογοτεχνίας και της μουσικής –λένε πως αποτελεί το πρότυπο του σημερινού ανθρώπου…ω, τι μέγα ψεύδος! Από μία κοινωνία που ονοματίζει μελαγχολία την καταναλωτική πλήξη και την έλλειψη ενδιαφέροντος για τις πτυχές της αγοραζωής.

Η μέλαινα χολή, αυτό το σκούρο και ακάθαρτο υγρό που μαζεύεται στη σπλήνα (σύμφωνα με τις διατυπώσεις των αρχαίων Ελλήνων ιατρών), δίνει σε κάποιους ετυμολογικά δεκανίκια για τη μελαγχολία. Αίσχος! Η ζωή είναι μελαγχολική, μακριά από χαρές και λύπες, κοντά σε χαρμολύπες. Η μελαγχολία είναι ζωτική- φανερώνει ιδιοσυγκρασίες που φέρονται χωρίς αμετροέπεια όσον αφορά το ποιοτικό κάλλος και την ποιοτική ασχήμια! Spleen μπορεί να είναι το όνομα που της απέδωσε ο ρομαντισμός διά στόματος Baudelaire, όμως το Spleen «μπορεί μεν να σημαίνει εσωτερική δοκιμασία και ερωτοτροπία με την άβυσσο, συνάμα όμως είναι σήμα κατατεθέν του εκλεκτού και πνευματικός τίτλος ευγενείας, προ πάντων δε είναι οφθαλμοφανέστερο διακριτικό γνώρισμα και μέσο περιχαράκωσης έναντι των πολλών, οι οποίοι είναι ανίκανοι να βιώσουν τέτοια εκλεκτά αισθήματα». Χαρακτηριστικά, ο Π. Κονδύλης (ευκαιριακά) κατηγοριοποιεί τη μελαγχολία σε τρεις διακριτές και προσδιορίσιμες περιπτώσεις, αναφερόμενος στη βαθύτερη εσωτερική της συνάφεια με την αδυναμία σε όλα τα επίπεδα, δηλαδή α) μελαγχολία χωρίς προσπάθεια και χωρίς αποτυχία, β) μελαγχολία μετά από αποτυχημένη προσπάθεια και γ) μελαγχολία μετά από επιτυχημένη προσπάθεια(7). Αυτά όμως από κάποιον που μιλά για την ταυτόχρονη δυναμική ώθηση της μελαγχολίας είτε δια της απαισιόδοξης ή αισιόδοξης διάθεσης του υποκειμένου.  
Μεγαλώνοντας ζει κανείς. Η μελαγχολία δίνει αποσπασματικά στίγματα κάθε συναίσθησης δίχως υπερβολές(8). Γνωρίζεις πως υπάρχει ο κόσμος κάθε ηλικίας, που καλημερίζεται μεταξύ οβίδων και όλμων, ό,τι υπάρχει ο κόσμος που κάνει πράγματα αυτοματοποιημένα και συγκεκριμένα, καθημερινώς. Γνωρίζεις, για να θυμηθώ και τον Αντόνιο Πόρτσια πως «Έχουμε έναν κόσμο για τον καθένα, μα δεν έχουμε έναν κόσμο για όλους»(9). Γνωρίζεις πως όλοι είναι ίσοι, μα όχι ίδιοι και ότι αυτή η διαφορετικότητα είναι ίσως η πρωτογενής αιτία της βίαιης και εν γένει συγκρουσιακής ανθρώπινης πραγματικότητας. Οπότε μελαγχολείς δίχως να συνεπαίρνεσαι από την υπέρμετρη θλίψη ή ευδαιμονία. Ενδεχομένως, «οργισμένος είσαι μελαγχολικός».
Βρίσκομαι ανάμεσα σε ματιές και χάδια που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε από τα σκισίματα της σάρκας και των πουκαμίσων. Απλώνονται πάνω μου σάρκες και δόντια θέλοντας να χαράξουν τα λόγια που το κορμί συνηθίζει να πράττει και όχι να φλυαρεί γύρω από αυτά! Πιέζομαι να σπρώξω το δέρμα μου με σθένος προς τις αιχμηρές σάρκες και τα κοφτερά δόντια σαν ένας φοβισμένος και δειλός αυτόχειρας. Τα κρίματα περιττεύουν σε αυτές τις περιπτώσεις, που για την πλειοψηφία των ατόμων η μοναξιά χρίζει βοήθειας· τουναντίον, τοποθετούμαι αναπαράγοντας τη μελαγχολία, που τόσους και τόσες βοήθησε και περισσότερους ακόμη άφησε στις αυταπάτες της καταστροφικής της πλευράς. Η αυτού εξοχότητα της Μελαγχολίας στιγμάτισε τις σελίδες της Ιστορίας, καθώς της χάρισε τέκνα (άνδρες και γυναίκες) οι οποίοι με θρασύτητα σήκωσαν στους κροτάφους, στους ευαίσθητους λαιμούς, στα επιβαρημένα στομάχια, στις φλέβες και τις καρδιές των το βάρος και το μάθος της απόφασης για απόσυρση από τo σκεπτικό της ψευδαίσθησης της ζωής. 
Η μελαγχολία εκπροσωπώντας τη στασιμότητα του χρόνου και των συναισθημάτων (υποστηρίζουν κάποιοι) είναι η κατάλληλη των αισθητηρίων, μέσω της οποίας καταφέρνει- ή τουλάχιστον δύναται οποιοσδήποτε- ο φορέας της να αναζητήσει ό,τι επιφανειακά και εσπευσμένα παρέχει η απάτη του ελεύθερου χρόνου. Θα μπορούσα να τη χαρακτηρίσω ως μία παύση, ένα πάγωμα των δραστηριοτήτων με σκοπό την πιο διεισδυτική ματιά μέσα στο ψυχολογικό καλειδοσκόπιο του καθενός. Μήτε προσφέρει, μήτε διεκδικεί, σε αντίθεση με τον εσμό των υπόλοιπων συναισθημάτων που καταχρώνται τον αυθορμητισμό και την ελευθερία της ιδιοτροπίας. 
Το τραγικότερο όλων σε σχέση με τη μελαγχολία είναι πως κατορθώνεται πάντοτε και ταυτίζεται με την κατάθλιψη! Όνειδος…με μία τέτοιου είδους ταύτιση, (ήτοι ενός σύγχρονου κοινωνικο -αστικού προϊόντος με ένα άγουρο προϊόν του πρώτου αιώνα της Αναγέννησης και αναδιαμορφωμένου κατά τις πρώιμες ρομαντικές συλλήψεις του ευρωπαϊκού 18ου αιώνα) η ευαισθησία και η εύθραυστη οπτική της πραγματικότητας καταπατούνται χάνοντας αυτήν την ορμέμφυτη διάθεση του ατόμου, εξαφανίζοντας το ενστικτώδες δικαίωμά του να σταθμεύσει για συγκεκριμένες στιγμές σε ψυχο-τοπία και θύμισες ή απαυγάσματα της επιβεβλημένης λήθης, που δια μέσω των εισπνέει τις ύστατες καθάριες ανάσες του θυμικού και της μοναδικότητας της αξιοπρέπειάς του. Η επινόηση του πραγμοποιημένου τεχνολογικού κόσμου αυτού του προσδιορισμού της μελαγχολίας ως το γενετήσιο βήμα της κατάθλιψης καταποντίζει την αίσθηση του Σέλλινγκ, που διαπιστώνει πως μεταξύ άλλων η ανθρώπινη ύπαρξη χαρακτηρίζεται από μία θεμελιώδη, αναπότρεπτη θλίψη, αυτήν που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε ως βαρύθυμη διάθεση. Η μελαγχολία ενέχει τη ζωτική ικανότητα αυτοξεπεράσματός της. 
Και ας υποθέσουμε πως τίποτε από τα ήδη γραμμένα σε αυτό το εγχείρημα δεν ισχύει και πως στην πραγματικότητα αποτελούν ένα εκ παραδρομής όραμα κάποιου Ζεράρ ντε Νερβάλ σε κάποια κλινική ή μοναστήρι. Ας είναι· ας αποσκοπούν έστω σε κάποια προσπάθεια παραμυθίας των ατόμων, με στόχο τη ξεκούραση από τα τετριμμένα των ορατών διαστάσεων της πραγματικότητας. Μα και πάλι όμως, αυτή η μορφή χαλάρωσης δεν θα μπορούσε να επιβιώσει ως πραγματική ανάγκη στις σύγχρονες προσωπικές/ατομικές διαθέσεις· δεν θα καθίστατο δυνατή και επίμονη απέναντι στις επίπλαστες επιθυμίες και ανάγκες του νεωτερικού κόσμου. Για τον λόγο ότι δεν επιτρέπει ως έννοια από μόνη της η μελαγχολία να εγκιβωτιστεί μέσα σε ορισμούς και εννοιολογικές αναλύσεις, όσο και αν οι λέξεις είναι τα μοναδικά εργαλεία του ιστορικού ατόμου!(10)
Επιστρέφοντας στην προηγούμενη παρ-άλογη ταύτιση μελαγχολίας και κατάθλιψης των ημερών των σύγχρονων αρρωστημένων κοινωνιών, μία διαπίστωση της ύπαρξης του τραγικά μεγάλου αριθμού των κοινωνικών εικονικών φαρμάκων θα μας έδινε το επιχείρημα να χαρακτηρίσουμε ακόμη και την κατάθλιψη ως ένα ψυχολογικό κοινωνικό κατασκεύασμα· εμφανίζεται κατόπιν της παραγωγής και της διάθεσης των φαρμάκων. Δεν θα ήταν υπερβολή να θεωρήσουμε πως οι περισσότερες των σύγχρονων ασθενειών ακολουθούν την προτεραιότητα της επιστημονικής-φαρμακευτικής (επιχειρηματικής) ιδιοτέλειας προς αύξηση των εσόδων. Το δικαίωμα και την ταυτόχρονη υποχρέωση της επιστήμης για νέα βήματα και ανακαλύψεις εκμεταλλεύονται, αναντίρρητα, οι δεκάδες κολοσσοί εταιρειών προς οικονομικό τους όφελος. Η ιδιωτικοποίηση του φαρμακευτικού τομέα (παραγωγή και διάθεση) σε συνδυασμό με τα ανοχύρωτα υγειονομικά και όχι μόνο δικαιώματα των πολιτών (στην ευρωπαϊκή Ελλάδα τουλάχιστον οι ασφαλισμένοι τελούν σε διαρκές «καθεστώς ομηρίας») υπογραμμίζουν την εν λόγω πραγματικότητα. 
Η κατάθλιψη χαρακτηρίζεται ως η ασθένεια του αιώνα, μα η ασθενής κοινωνία που τραυματίζεται από την κατάθλιψη είναι η ευπαθής και αχόρταγη κοινωνία των καταναλωτών. Δεν παρουσιάζεται ως μετέωρο το επιχείρημα πως το εν λόγω φαινόμενο εμφανίζεται κατά μεγάλο ποσοστό σε κοινωνικές κατηγορίες λίγο παραπάνω από τις χαμηλόμισθες οικογένειες· όσον αφορά τα χαμηλότερα, από οικονομικής πλευράς πληθυσμιακά στρώματα, οι άνθρωποι δεν έχουν την ευχέρεια του χρόνου για ενασχόληση με τέτοιου είδους ζητήματα, καθώς η εξασφάλιση και η αγωνία του επιούσιου λιγοστεύουν-επιταχύνοντας συνάμα τη ζωή. Για τις οικονομικά απλησίαστες τάξεις η κατάθλιψη, επιτρέψτε μου να ασπαστώ πως αποτελεί μία απόληξη της βαρεμάρας, μιας διάθεσης που χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ιδιοτήτων(11), μιας και τα πάντα απαντούν σε μία ματαιοδοξία, εξαιτίας του κορεσμού και της ουδετερότητας του κόσμου(12). Ο καπιταλισμός-ο νεοφιλελευθερισμός έχουν διαμορφώσει τον ελεύθερο χρόνο, ώστε ο χρόνος πέραν της παραγωγικής διάρκειας προς τέρψη των ελίτ, να ονομάζεται τόσο αθυρόστομα ελεύθερος ισοδυναμώντας στην ουσία με την ευκαιρία καταναλωτικής ευελιξίας και αμετροέπειας. Ο καθηγητής φιλοσοφίας Παν. Νούτσος επισημαίνει πως ο χρόνος θα μπορούσε να χωριστεί σε δύο κατηγορίες: α) τον εργάσιμο χρόνο, που είναι ένας χρόνος καταναγκαστικός, δεσμευτικός (…) με υποχρεώσεις, με ιεραρχίες, με ουσιαστικά πώληση της εργασιακής μας δύναμης και β) όχι ως ελεύθερος χρόνος αλλά μορφές που μπορεί να είναι μικρότερες και μεγαλύτερες του διαθέσιμου χρόνου(13). Και οπόταν δυσχεραίνουν οι καταναλωτικές δυνατότητες και η λειτουργία του καταναλωτικού χρόνου (αυξήσεις τιμών, συμπίεση μισθών, διαστολή χρόνου εργασίας και αύξων ρυθμός ανεργίας), τότε τα συμπτώματα οδηγούν σε κατάθλιψη. 
Πολλά έχουν γραφτεί, ειπωθεί, τραγουδηθεί και αποτυπωθεί γενικότερα για τη μελαγχολία· άλλα τόσα αποτυπώνονται εγγράφως και εικαστικά για την κατάθλιψη. Της τελευταίας τα αντιπροσωπευτικά στοιχεία άλλοτε ταυτίζονται και άλλοτε προχωρούν και πάνε πολύ μακρύτερα απ’ ότι έφθασε ή έχει φτάσει η μελαγχολία. Ο Τίτος Πατρίκιος αποδίδει το ουσιώδες περιεχόμενό της μονάχα στους εξόριστους πολιτικούς κρατούμενους -ίσως να μην έχει άδικο. Όμως η πολιτική αντίδραση εγγράφεται ως προοπτική εφόσον προηγείται κοινωνικών συμβάντων και γεγονότων, στιγμών και διαρκειών πολιτικοκοινωνικής κινητικότητας. Άρα μια κατάθλιψη, η οποία μάλλον ανταποκρίνεται πρωτίστως στις βιολογικές-οργανικές αποσταθεροποιήσεις του ανθρώπου, έχει ως απαραίτητη προϋπόθεση το να αντικατοπτρίζεται στην υπάρχουσα καταναλωτική κοινωνία.  Να την εξηγεί αντανακλαστικά δικαιολογώντας τις υπερβολές (βομβαρδισμός προσωπικών ιστοριών, ανθρώπινα δράματα, αντίδοτα στα ανθρώπινα δράματα, φάρμακα χαλάρωσης, new age θρησκευτικά και πνευματικά τερτίπια κ.ο.κ.) της κοινωνίας των καταναλωτικών προϊόντων. 
Η διαφανής θεαματική όψη της πραγματικότητας, που συνοψίζεται στην ωοειδή κίνηση του διπόλου παραγωγή-κατανάλωση, έχει ορίσει και παρουσιάζει ως προκαθορισμένες τις στιγμές (τις περισσότερες, όχι όλες) του κάθε ατόμου στην παρωδία του καθημερινού γίγνεσθαι. Το χρονοδιάγραμμα της καθημερινής δραστηριότητας περιλαμβάνει μεταξύ των άλλων τον ύπνο και τις συναισθηματικές διακυμάνσεις. Αυτά τα δύο εκπροσωπούν τον ελεύθερο χρόνο, ο οποίος τοποθετείται και αποκτιέται δικαιωματικά από τον κάθε πολίτη-άτομο σαν απαραίτητο χρονικό διάστημα συγκέντρωσης δύναμης, ώστε να διατηρείται η συνέχεια της "εκμετάλλευσης των εργατικών χεριών". Ως νομοθετημένο χρονικό περιθώριο απουσίας από τα μέσα και τα εργαλεία παραγωγής, βρίθει επιρροών από το κατεστημένο σύστημα εξουσίας. Η ωρίμανση της εξουσιαστικής επιβλητικότητας πάνω (σε βάρος) στις ανθρώπινες σχέσεις έχει μετατρέψει το ουσιώδες της ελεύθερης μετακίνησης και επικοινωνίας των καταστάσεων σε χρόνους, γεμίζοντάς τους με όλες αυτές τις επίπλαστες ανάγκες-επιθυμίες που ρέπουν νομοτελειακά προς την καταναλωτική μανία.       

Η μελαγχολία τουναντίον, ανταποκρίνεται σε αναπολήσεις στιγμών σε μικρότερες των σύγχρονων ηλικίες σαν φωτογραφικό φλας μπακ στο θυμικό, προς την πατρίδα της άγνοιας των εξιδανικευμένων εννοιών, στα παιδικά χρόνια. Στη μαλθακή βλογημένη εφηβείας της. 

Ο σύγχρονος κόσμος χάνει καθημερινά τις αισθήσεις του μέσα από τις αλλεπάλληλες προσβολές που δέχεται ο αισθητηριακός του κόσμος από τον βομβαρδισμό τεράστιας ποικιλίας πληροφοριών και εικόνων· είναι η γνωστή αυτή τακτική του νεοφιλελεύθερου καπιταλιστικού μοντέλου, το οποίο διαμορφώνει και ανανεώνει τα όρια και το πλαίσιο της υπάρχουσας καταναλωτικής κοινωνίας. Ο κόσμος αποδεικνύεται ανίσχυρος να αντιστρέψει τις νέες νοηματοδοτήσεις σχετικά με την αξιακή χρήση των εννοιών, ήτοι υποκείμενο-αντικείμενο, ελευθερία-ελεύθερος χρόνος, επιβίωση-αγοραζωή, ανάγκες-επιθυμίες, ασθένειες-κατά φαντασία ασθένειες και άλλες τόσες αντιθετικές έννοιες, που χαρακτηρίζουν το κοινωνιολογικό dna της παρούσης πραγματικότητας. 
Η προαναφερθείσα δυσκολία έγκειται στην πραγματικότητα της ισχύος ενός συγκεκριμένου πολιτικο-κοινωνικού και πολιτιστικού μοντέλου προσφερόμενου βίου, ο οποίος προς όφελος της διατήρησής της εκτρέφει τη σύγχυση διασπώντας το περιεχόμενο του σύγχρονου κόσμου σε μυριάδες υποσύνολα και σημεία. Ως φυσικό παρεπόμενο, ο καταναλωτής βρίσκεται συνεχώς αντιμέτωπος, κάθε στιγμή, με μια πληθώρα επιλογών αναφορικά στις αποφάσεις του, καταλήγοντας στην ουσιαστική απομόνωση και στην επιδερμική πολλαπλή συναναστροφή με ιδέες και καταστάσεις, όπου το νόημα χάνεται, εφόσον τη θέση του καταλαμβάνει η οργιώδης προσπάθεια του ελεύθερου χρόνου να καταστεί ικανοποιητικός για τον εργάτη-πολίτη και καταναλωτή. Στην ουσία, ο καταναλωτής πολίτης αποτελεί τη στοιχειώδη μορφή ανθρώπου, οία χρίζει ολοένα και μεγαλύτερου ενδιαφέροντος και προσοχής από ότι συμβαίνει στην άλλη περίπτωση του εργάτη πολίτη· σε αυτή τη μορφή του ανθρώπου τα όρια των δικαιωμάτων τίθενται προσδιορισμένα και περιορισμένα! Αυτή η δυσανάλογη σχέση που προκρίνεται και διατηρείται πρωτίστως από τις άρχουσες ελίτ και κατά δεύτερον από τον ίδιο τον πολίτη, διανθίζεται από το ιδιοτελές επιχειρηματικό σθένος για όφελος του κύκλου παραγωγής και ζήτησης. Υπό τον έλεγχο και την εποπτεία των επιχειρησιακών συμφερόντων, των μάνατζερ και των χρηματιστών, η διελκυστίνδα του καθημερινού άγους προς εξασφάλιση των στοιχειωδών για την επιβίωση ρέπει προς την αυξανόμενη αμετροέπεια απέναντι στα εργασιακά δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πολιτικών και οικονομικών αφεντικών της καθημερινότητας. Η κρίση των ημερών μας ξεκίνησε μέσα από την αποκαλυπτική αλήθεια των επίπλαστων αναγκών, ενώ ακολούθως ξεγυμνώνεται ως κρίση πολιτισμού και αξιών.             
Οι άνθρωποι της σύγχρονης εποχής αντιλαμβάνονται τη μελαγχολική διάθεση ως μια μορφή αναπόλησης παρελθουσών καταστάσεων και στιγμών, πολλές φορές αδιευκρίνιστα χαρούμενων ή λυπητερών. Οι περισσότεροι οπόταν μελαγχολούν, ανακαλούν περασμένες χαρές ή έστω υποψίες ευτυχίας από ένα εγγύς ή μακρινό παρελθόν, ως αντιστάθμισμα της τωρινής τους ανεπιθύμητης ψυχολογίας. Η μελαγχολία δεν θα μπορούσε, στην καλύτερη των περιπτώσεων, να ήταν μονάχα αυτό. Γιατί γι’ αυτό μονάχα αποτελεί ανώφελο συμφέρον μία αυτοκτονία ή μία απομόνωση από τα τεκταινόμενα της σύγχρονής τους πραγματικότητας. Μία μελαγχολική  διάθεση αρκετές φορές εμπλουτίζεται –νου και πνεύματι- με βίαιες διαθέσεις, δηλαδή λειτουργικούς τρόπους στιγμιαίας απεξάρτησης από τα ανιαρά, πλην βίαια χαρακτηριστικά του χρόνου και του χώρου. 


Τα βίαια ξεσπάσματα του Brückner  στη “Symphony no.4”, τη Ρομαντική, σπρώχνουν πυρωμένα χέρια να βάψουν τα οχήματα του νεοπλουτισμού, τα κουτιά των τραπεζών, τα μανικετόκουμπα των επαγγελματιών πολιτικών ακόμη και τα κορμιά των υπαίτιων αυτής της πραγματικότητας, ενόσω από την Κόλαση του Δάντη θα αναβλύζουν ψίθυροι ανακουφίζοντας τους αιρετικούς-βλάσφημους του καθωσπρεπισμού.         

      
Με μια σύντομη ιστορική αναδρομή στους ιστορικούς αιώνες από τα αρχαιοελληνικά και ρωμαϊκά χρόνια μέχρι και την ύστερη περίοδο του Μεσαίωνα, δεν θα εντοπίσουμε πουθενά τη μελαγχολία παρά μόνο στον ύστερο Μεσαίωνα. Μετά τον δέκατο τέταρτο αιώνα μ.Χ. (14ος αι.)ο όρος μελαγχολία αναγγέλλει την εμφάνισή του αντικαθιστώντας την προηγούμενη αμαρτωλή και δαιμόνια ακηδία (ήτοι το να νοιάζεσαι -κήδος- με το αρνητικό πρόθεμα) φτάνοντας στην Αναγέννηση και διαφοροποιώντας τη θέση της από αυτήν της ακηδίας. Σε αυτό συνέδραμε κατά πολύ και η πιο νατουραλιστική θέ(α)ση και αντιμετώπιση των πραγμάτων. Και μία από τις διαφορές των δύο εννοιών είναι και το ότι η μελαγχολία μπορεί να περιλαμβάνει και την ίδια της τη θεραπεία(14)
Αντιθέτως με τα δεδομένα της σύγχρονης εποχής, όπου η αγκαλιά της νεωτερικότητας και των νεοφιλελεύθερων επιλογών εμφανίζεται διάπλατη και οι ενστικτώδεις αντιδράσεις και ο αυθορμητισμός του ατόμου κρίνονται εκ του ασφαλούς δίχως κανένα ρίσκο, η μελαγχολία εμφανίζεται ως ενδεχόμενη συνέπεια της ευφράδειας του ηθικο-πολιτιστικού πλουραλισμού. Αποχαρακτηρίζεται από το ρομαντικό της αντικατοπτρισμό και διανθίζεται με γνωρίσματα της αδρανούς καταναλωτικής δράσης. Η ίδια η καταναλωτική κοινωνία αποτελεί το πεδίο όπου η θλίψη και η ευχαρίστηση επιβραβεύονται ή κατακρημνίζονται ακροβατώντας πάνω στις στιγμιαίες μνήμες που διαγράφουν. 
  Το παγκόσμιο αυτό καταναλωτικό status αποτελεί ίδιον της ανάπτυξης των χωρών και ιδιαιτέρως του δυτικού κόσμου, καθώς όσο αναπτύσσεται μία χώρα προσφέρει περισσότερους πειρασμούς στους πολίτες-καταναλωτές. Και το επιβεβαιώνει ο Έριχ Φρομ, ο οποίος εισήγαγε τον όρο "homo consumens" (καταναλωτικός άνθρωπος), μέσω της ρήσης του: «Ο homo consumens ζει με την ψευδαίσθηση της ευτυχίας ενώ, ασυνείδητα, υποφέρει από ανία και παθητικότητα. Όσο μεγαλύτερη ισχύ αποκτά πάνω στις μηχανές, τόσο ανίσχυρος γίνεται ως άνθρωπος. Όσο περισσότερο καταναλώνει τόσο περισσότερο γίνεται σκλάβος των αυξανόμενων αναγκών, που δημιουργεί και χειρίζεται το βιομηχανικό σύστημα. Μπερδεύει την έξαψη και τον εντυπωσιασμό με τη χαρά και την ευτυχία, την υλική άνεση με τη ζωντάνια. Η ικανοποίηση της απληστίας γίνεται το νόημα της ζωής και η επιδίωξή της, η νέα θρησκεία.»(15)
 Περιδιαβαίνοντας τον 20ο αιώνα συναντούμε ένα παράγωγο φαινόμενο της κατανάλωσης, το οποίο άρχισε να αναπτύσσεται τη δεκαετία του ́70 και στην αυγή του 21ου αιώνα είναι ήδη γιγαντωμένο στις χώρες του δυτικού πολιτισμού με σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον και την ίδια την κοινωνική ισορροπία και φυσιογνωμία, η υπερκατανάλωση. Εξετάζοντας κανείς το φαινόμενο της υπερκατανάλωσης κατανοεί πως από μόνο του δεν αποτελεί ψυχολογική διαταραχή, εν τούτοις μπορεί να χρησιμοποιηθεί λανθασμένα για την αντιμετώπιση ψυχολογικών προβλημάτων. Ο άνθρωπος καταφεύγει στην "αγοραθεραπεία" θεωρώντας πως αυτή αποτελεί φάρμακο κατά της κατάθλιψης και του άγχους. Σε περιόδους μελαγχολίας, στρες και έντασης τα ψώνια αποτελούν καταλύτη του άγχους, καθώς η αγορά κάποιου όμορφου πράγματος προσφέρει μια άμεση ικανοποίηση και ένα έντονο συναίσθημα ευχαρίστησης και ευφορίας το οποίο αλλάζει τη χημεία του εγκεφάλου και υποσκελίζει το προηγούμενο συναίσθημα άγχους ή και θλίψης(16).
  O ορισμός "Retail Therapy"(Θεραπεία μέσω αγορών) χρησιμοποιείται ως έννοια που υποδηλώνει ότι ο καταναλωτής (άντρας/γυναίκα) πηγαίνει για "ψώνια" με στόχο να καλυτερεύσει τη διάθεση του. Ο όρος "Retail Therapy" έχει εμφανιστεί από τη δεκαετία του 1980 και η πρώτη αναφορά γίνεται μέσα από την εφημερίδα Chicago Tribune την παραμονή πρωτοχρονιάς του 1986, όταν έγραψε ότι: «Η Αμερική έχει γίνει ένα έθνος που μετράει τις ζωές μας μέσα από σακούλες αγορών και γιατρεύει τις ψυχικές μας διαταραχές μέσα από το Retail Therapy»(17).
 Οι επιπτώσεις από τις ανεξέλεγκτες αγορές προϊόντων και αγαθών που δρουν ως αγχολυτικό και καταπραϋντικό απέναντι στην άσχημη ψυχολογική κατάσταση και στον πόνο που νιώθει ο καταναλωτής μπορεί αφενός μεν να επιφέρουν στον οργανισμό μια ισορροπία και ένα αίσθημα ευφορίας, αφετέρου δε δύνανται να καταστούν καταστροφικές στο άτομο. Η πλέον συνηθισμένη διαταραχή στην οποία οδηγείται ο καταναλωτής μέσω της συνεχούς αγοράς προϊόντων προκειμένου να αντισταθμίσει την αρνητική του διάθεση είναι η αποκαλούμενη "Compulsive Buying Disorder"(Αναγκαστική Αγοραστική Διαταραχή)(18), της οποίας τα συμπτώματα εμφανίζονται στην οικονομική διαχείριση, τη δημιουργία άγχους και στρες, την κατανάλωση ουσιών και την εμφάνιση διατροφικών διαταραχών. Αξίζει σε αυτό το σημείο να γίνει αναφορά και στα αποτελέσματα μίας έρευνας που εκπονήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση (2011). Η εν λόγω έρευνα κατέδειξε πως το 33% καταναλωτών είχε υψηλό επίπεδο εξάρτησης στο να κάνει πολλές μη αναγκαίες αγορές που είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία οικονομικών προβλημάτων.  
    Η μελαγχολία ενέχει και αναγνωρίζεται από τη αναντίρρητη σχέση της με τη μνήμη· τη μνήμη όμως που μέσα της ρέει το βίωμα και η εκφραστικότητα. Στοιχεία που είτε μειονεκτούν είτε απλώς δεν υφίστανται- ειλικρινώς- στην κυρίαρχη πραγματικότητα. 
Καθώς ασχολούμαστε με το σκεπτικό του δυτικότροπου κόσμου δεν θα μπορούσαμε, επιπλέον, να μην αναφερθούμε στους όρους που εισήγαγε ο εκλιπών γάλλος διανοούμενος Jean Baudrillard. Ο τιμητής της κοινωνίας των καταναλωτών έγραψε μια ζωή ασχολούμενος και επιτιθέμενος στα νέα πλαίσια της εργασίας· αμφισβήτησε διεξοδικά τον παραγωγισμό, ο οποίος έχοντας ξεφύγει από τα συγκεκριμένα πλαίσια της οικονομικής δραστηριότητας γενικεύτηκε, ώστε να καλύψει την παραγωγή ιδεολογιών, χρόνου και ψυχαγωγίας, για να προβληθεί-πέραν της καπιταλιστικής εποχής- στο ιστορικό γίγνεσθαι, γενικότερα. Ο ίδιος σημείωνε σε μια λεπτομερειακή προσέγγιση της εργασίας και της αξίας της παραγωγής στο «Ο Καθρέφτης της Παραγωγής», πως...η παραγωγή, η εργασία και η αξία αποτελούν στοιχεία από τα οποία αναδύεται ένας αντικειμενικός κόσμος, μέσω του οποίου ο άνθρωπος αναγνωρίζει αντικειμενικά τον εαυτό του(19) - ενθουσιάζεται δηλαδή το άτομο έχοντας να ασχοληθεί με μια πληθώρα αντικειμένων που ρέπουν προς την ηθικοποίηση.
     Αυτό το φυσιολογικώς αντιφατικό σχήμα επαληθεύει και ο G. Steiner («Δέκα Πιθανοί Λόγοι για τη Μελαγχολία της Σκέψης»), με τη διαφορά όμως ότι ο Steiner ασχολείται με την ιδιότητα της σκέψης. Χαρακτηριστικά αναφέρει πως τα συστατικά της σκέψης, ακόμα και στις πιο ιδιωτικές (…) στιγμές της ύπαρξής μας (…) αποτελούν εμπόρευμα μαζικής αγοράς, που το διακινούν οι ασταμάτητα επαναληπτικές κοινοτοπίες της γλώσσας μας, της κουλτούρας μας, της εποχής και του περιβάλλοντός μας(20). Είναι ο προαναφερθείς παραγωγισμός, ο οποίος κυρίως μέσω των Μ.Μ.Ε. και ασφαλώς της διαφήμισης, προσδιορίζει και κατευθύνει τη σκέψη, την ιδιοσυγκρασία και το χαρακτήρα του δυτικότροπου κόσμου. Το κατά πόσο είμαστε βυθισμένοι στο ιδεολογικό περιεχόμενο των media φαίνεται άλλωστε και από τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε και αντιμετωπίζουμε το σώμα μας, τις διαπροσωπικές μας σχέσεις και τα ίδια τα συναισθηματικά μας κριτήρια, πεδία τα οποία επηρεάζονται αναντίρρητα με ποικίλους τρόπους από αυτό που προβάλλεται στα media(21). Η καλλίγραμμη και φινετσάτη μητέρα-σύζυγος-επαγγελματίας, ο αρρενωπός άντρας με το ρολόι του, το αμάξι και τα ρούχα του, το παιδάκι όχι με τα βιβλία μα με τους σούπερ ήρωες, τα αμέτρητα ηλεκτρονικά παιχνίδια, το αγοράκι που βουτάει να πιάσει το σταυρό την ημέρα των Φώτων και κατόπιν τρέχει στη μητέρα του να αναγγείλει τον άθλο του και αυτή τον ανταμείβει με κουταλιές από γιαούρτι.
  Η ποικιλία των προσφερόμενων αγαθών, των τρόπων ζωής και των συναισθημάτων εμπλουτίζει την αισθητηριακή φαινομενικότητα με αποτέλεσμα η μνήμη να καθίσταται βραχύχρονη και η αυτοκυριαρχία του Εγώ να δεσμεύεται από την απόκτηση ολοένα και περισσότερων αγαθών, επιθυμιών και αναγκών. Ο σαρωτικός ολοκληρωτισμός της πολιτιστικής βιομηχανίας κραυγάζει επί τούτου, από την πρώτη κιόλας στιγμή που μας συστήθηκε από τη σχολή της Φραγκφούρτης.  
Δεν θα ήταν αξιοσημείωτη διαπίστωση πως η μνήμη που χαρακτηρίζει το σύγχρονο αναδιαμορφωμένο νεοφιλελεύθερο μοντέλο ύπαρξης είναι βραχύχρονη και ίσως φευγαλέα. Ο χρόνος που κυνηγιέται -ακολουθείται από το ιστορικό άτομο μέσα στις κοινωνικές διαβαθμίσεις, των αστικών κέντρων κυρίως, δεν επιτρέπει μεγάλα περιθώρια σε ουσιώδεις αναμνήσεις, εφόσον στις υπερ-διαφανείς κουλτούρες τα πειράματα και η "εμψύχωση" του υλικού στοιχείου προσφέρουν το διέξοδο από την καθημερινότητα. Ίσως να έχει δίκιο ο Κarl Κraus ότι η τεχνολογία καταστρέφει ό,τι έρχεται να αναπληρώσει. Είναι η ευχή και η ταυτόχρονη κατάρα της εξελιγμένης και κάθε εξελισσόμενης κοινωνίας. Οι εφήμερες ταυτότητες που κουβαλάει πάνω του ο πολίτης της χώρας της Καθημερινότητας προσδιορίζουν και τα όρια της υποκειμενικότητας του ατόμου. Το ξεπέρασμα της ρουτίνας προϋποθέτει εναλλαγές και επιλογές διαρκώς ανανεώσιμες, ώστε να αποδυναμώνεται το horror vacui(22) της διάρκειας μέσα στις αστικές σύγχρονες συνήθειες. Ως εκ τούτου, σε έναν κόσμο παραγωγικής κινητικότητας και καταναλωτικής αδηφαγίας το αποτέλεσμα είναι να καλλιεργούνται οι κοντόφθαλμες ματιές -οι πλέον κατάλληλες για τη συντήρηση ενός ακρωτηριασμένου μνημονικού. 
Φυλλομετρώντας κανείς τις σελίδες των ημερήσιων φυλλάδων και των εβδομαδιαίων (και μη) περιοδικών διαπιστώνει την κερδοφόρα προσαρμοστικότητα του ατόμου στις κάθε είδους φαρμακευτικές συμβουλές και τους προτεινόμενους τρόπους για μια καλύτερη και ανθεκτική ζωή. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως η μελαγχολία και όχι η κατάθλιψη, εμπεριέχει τη θεραπεία της. Ο μελαγχολικός δικαιολογώντας τη ρομαντική του διάσταση παρατηρεί της διαφορές των ατόμων και δεν επωμίζεται τη δυνητική σύγκρουση αυτών των διαφορών. Δεν είναι μάρτυρας, απλώς μετουσιώνει και απασχολείται με το περιεχόμενο της εικόνας γύρω του. Η κατάθλιψη είναι η επιβράβευση και η ταυτόχρονη καταρράκωση του κυρίαρχου μοντέλου της επιβίωσης. Γι’ αυτό και συνεπικουρείται από τη φαρμακευτική πολιτική. Η μελαγχολία εκπροσωπείται τόσο από την ευχαρίστηση όσο και από την κακή διάθεση και την αδιαθεσία. Η κατάθλιψη αντιθέτως είναι μία διαρκής προσγειωμένη αίσθηση μιας καλοστημένης μιζέριας, η οποία προϋποθέτει ως δεκανίκια της τη φαρμακευτική αρωγή και την κατάπτωση του οργανισμού.  
Όπως έγραφε και ο Π. Κονδύλης στο κείμενό του με τίτλο «Μελαγχολία και Πολεμική», Αν (ειδικά) η μελαγχολία δεν είχε το πρόσωπο του Ιανού, τότε δεν θα μπορούσε να χρησιμεύσει (π.χ. με τη μορφή της ανθρωπολογικής ή πολιτισμικής απαισιόδοξης θεώρησης) ως ένα είδος εφαλτηρίου για πολύ συγκεκριμένες και πολύ δυναμικές αναμετρήσεις με την υφιστάμενη πραγματικότητα.(23)

Επίμετρο...

…χρόνιες διαδικασίες μαρτυριών στο πετραχήλι της ιστορίας,
ακτινοβολώντας οίηση και ευδαιμονία,
τρέφονται (ως πένητες ) την ασέλγεια της σκόπιμης λήθης…
οι εραστές της ουτοπίας 
πίνουν τα αποστάγματα όποιων ευαισθησιών 
και γέρνουν μεθυσμένοι στους γεμάτους νιπτήρες 
του εναπομείναντος ερωτισμού, με σκοπό να ξεβγάλουν τις ρυτίδες τους…

οι ευαισθησίες της παιδικής ηλικίας 
υφέρπουν στις σάρκες των μεγάλων παιδιών!
τα μακρύτερα των ονείρων σκέφτονται, με υπνηλία,
όσους κοιμούνται σαν νεκρά αγάλματα!

οι εικόνες κατασκευάζουν καθημερινότητες,
προτού οι διαφημίσεις να αναδείξουν τρόπους ζωής,
το υπέρ-απλουστευμένο σασπένς μοιάζει να οδηγεί
σε τέλμα,
αφαιρώντας βοήθεια από τον αυθορμητισμό…
 τα κουρασμένα μάτια κοιμούνται σε ροζιασμένες και χοντρόπετσες φούχτες,
ξερές και αλατισμένες!
η ευτυχία του γράφειν αντικατοπτρίζει (μεταμορφώνοντας )
την απαξίωση της αδιαφορίας…




                              οι κολασμένες αποστάσεις 
                                              ή
                                η αμαρτία της μακρινής ματιάς… 

Πολλές φορές τα σύννεφα μετριούνται με τις ανάσες των ματιών, που κάθονται κάτω από την μάσκα του ορίζοντα, εκτός από εκείνα, που κατακάθονται ωσάν πηλίκια μιας άλλης εποχής ή σαν στεφανωτές κορδέλες, στις κορυφές των βουνών και των ακροπόλεων…αργά διαδοχικά καρέ, με την ταχύτητα, όμως μιας διάθεσης –αρμονικά συμβιβασμένης– νωχελικής και ναζιάρας όσο και οι τεντωμένες ουρές των τετραπόδων…
οι ρυθμοί πνοής των σύννεφων ξεφαντώνουν με τους αέρηδες και τους τυφώνες,
ιδρώνουν με τις ψυχρές ανάσες του Οκτώβρη και χάνονται για μήνες ολόκληρους, το καλοκαίρι. Τα τιτιβίσματα προδιαθέτουν τα μάτια για τα ακαριαία άλματα και τον τυχοδιωκτισμό των αρσενικών πουλιών, ξετρυπώνοντας, και πάλι να χάνονται μέσα στις απαλές και αέρινες νιφάδες πάνω από το κεφάλι σου…σχεδόν πάντα, όχι όμως, όταν εσύ τα ζηλεύεις και αποφασίζεις να πετάς ψηλότερα από αυτά…
"Αυτός ο άνθρωπος και η εγωιστική του εξέλιξη και ο φθόνος…"

Οι εναλλαγές των απροόπτων με άλλα απρόοπτα και συναπαντήματα, από καιρούς ήδη τελειωμένους, μα ποτέ τελείως ξεχασμένους, καταφέρνουν ενίοτε να γεμίζουν με ανάλαφρα σύνολα από νέφη τα μέτωπα του εγκεφάλου…
Ο χρόνος δεν μπορεί να επηρεάσει τις κατευθύνσεις των, τα χρώματά των, το μέγεθος της κακίας ή της ευχαρίστησής των…τίποτε δεν περιγράφεται μεμιάς σε αυτές τις πάντοτε ταξιδεύουσες υπάρξεις, οι οποίες σαν το ουράνιο τόξο, από μικρές κιόλας ηλικίες, καταφέρνουν να συναρπάζουν και να δημιουργούν (ακόμα και χωρίς τις λέξεις) πραγματικότητες λίγα χιλιάδες χιλιόμετρα παραπάνω από το ύψος σου…αυτές βιώνονται χωρίς προετοιμασίες και πρότερη σκέψη· ενυπάρχουν χωρίς να τις βλέπεις, μεταμορφώνονται σε λουτρά από σταγόνες και αργότερα φουσκώνουν τις θάλασσες και τα ποτάμια και τα ρυάκια και ξανά…αρχίζουν να επιδίδονται σε άκρως ερωτικά πάνω-κατεβάσματα στα κορμιά σου, τα κεφάλια σου και τις βλεφαρίδες σου…και αυτό το ασταμάτητο παιχνίδι οριζόντων, θερμοκρασιών και απορίας σταματά μονάχα όταν κοιμάσαι και όταν αποφασίζεις να μείνεις σπίτι…για τους λόγους σου και όχι εξαιτίας των…
Κάποιος είχε εκφράσει μια φορά την επιθυμία του να γνώριζε μόνον αυτός (και έτσι έγινε) από τι είναι γεμάτα τα σύννεφα και πως δημιουργούνται κάθε φορά σε ουρανό που είναι καταγάλανος…και τελικά είχε δίκιο: οι αναθυμιάσεις από τις τριβές και την επαφή αναμεταξύ των ανθρώπων, τα χασμουρητά, οι καπνοί και οι αφροί από το στόμα, ο βήχας και ο απόηχος των λέξεων …όλη η μαγεία μαζεμένη σε έναν ασκό γεμάτο αισθήσεις και ευαισθησίες!
"Και τότε ήταν που εμφανίσθηκε στην ζωή του μία ανθισμένη κοπέλα και του πρότεινε , πως οι τσίμπλες είναι υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τα ξεραμένα δάκρυα…" 

{Κλονισμένες οι απολαύσεις στο μέτωπο της ηρεμίας, απαστράπτουσες οι βροντές της σιωπής να τρέχουν ασταμάτητα με τα γόνατα πληγωμένα από αγκαθωτά τριαντάφυλλα, ενόσω ο λαγός της ματιάς αφουγκράζεται τον ιστό της μαύρης απουσίας…
Οι στιγμές κατακλύζονται από αποστάσεις που θυμώνουν μεταξύ τους και κόπτονται, για το ποια θα προλάβει τις αδιαφορίες, μα και τους στεναγμούς των χιλιομέτρων!
Παράλληλοι μονόδρομοι, από σχεδόν κοντινές αφετηρίες, με κατευθύνσεις τα αλλεπάλληλα ζιγκ-ζαγκ και τις εκτροπές στο αντίθετο ρεύμα, είναι η κοινωνική πραγματικότητα και, ως πλέον φιλικότερη και πλέον ειλικρινής, μειδιάζει ερωτικά  η επαφή, χάριν της έλξης των ματιών του από την νιφάδα στο χείλος και την προκλητικότητα των βλεφαρίδων της…}


Η σημασία του δέρματος των ονείρων είναι η ίδια η απαλότητα και η τρυφεράδα που εκπνέει από τους πόρους τους!

Αναμασημένα τα λογικά τόσο του Έρωτα όσο και του Αντέρωτα/
Έγιναν κοτσίδες τα νεύρα και οι θυμοί της Αρετής και της Κακίας./
Βαριά η ελαφρότητα του Είναι 
Όσο και το μεγαλειώδες βάρος του βαμβακιού/
Κρεμασμένα ανασαίνουν τα τοτέμ των προδιαθέσεων για την καταστροφή 
της συμπάσης πραγματικότητας, 
οπόταν ακροβατούν στις ράχες σου τα γαργαλητά ακροδαχτύλων
Και
…ναι…
το σύμπαν (ολόκληρο),κάποτε, θα χωράει  σε δαχτυλήθρες άλλων εποχών!

Από τα μεγάλα ρουθούνια της κάθε ημέρας φαντάζει να εκπνέουν χιονοστιβάδες χαμόγελα με ξεκάθαρα τα δόντια,
ύστερα από ύπνους, στριφογυρίζοντας στα γαλάζια σεντόνια,
χωρίς την αλμύρα της θάλασσας μα
με τα σάλια των δερμάτινων πλασμάτων που σχηματίζονται και μπουρδουκλώνονται ανορθόδοξα και τόσο ελαστικά, την ίδια στιγμή…
παρόλο το παράδοξο στο άκουσμα…!


Τα χιλιόμετρα στην θάλασσα ταξιδεύουν πιο αργά από αυτά στον αέρα…
Και το σασπένς σκαρφαλώνει στην μύτη και την γαργαλάει,
με λόγους που ντύνουν προσμονή…περιέργως έντονη, όπως πρωτόγνωρη, που
σαν να επιστρέφει με μνήμη χρυσόψαρου/
και βιώνει πράγματα ήδη βιωμένα,
Με όμορφο θάρρος…/
Πλέον υπάρχουν απέριττες ντροπές, χλομιασμένες από μόνες τους,
καθώς οι αφροί των κυμάτων σχηματίζουν φράσεις
σε θάλασσα κάπως αναστατωμένη·/
Τότε τα νεύματα από τα κασκόλ σημαίνουν ταχύτητα ανέμου.

{Ο ήλιος ξεραίνει την αλμύρα στα μάγουλα του πλοίου αφήνοντας τα να σκάνε σε καταραμένη επαφή όσο ο καιρός περνάει και το πλοίο ταξιδεύει στα περιπετειώδη χάδια της θάλασσας…

Οι μέρες σταματούν να ταξιδεύουν τα βράδια,
Τότε, αυτές τις αγγίζουν οι άνθρωποι των παθών εξαναγκάζοντάς τις 
να απεκδυθούν τα λαμπερά κοσμήματα του χρόνου 
ιδρώνοντας στα βήματα και στις προπόσεις των μεθυσμένων ανθρώπων,
ενεοί, όπως θα κείτονται,
χαμερπείς, καθώς θα βρίσκονται,
ασθματικοί, όπως θα ακούγονται …όλα αυτά για μια σταλιά χαλασμένο ρούμι,
ξεβρασμένο στον πρώτο ύφαλο του κόλπου της αναμονής…

οι νεκρές χελώνες προφασίζονται την ύστατη ηλιοθεραπεία και 
οι κυρίες με τους άσπρους ίσκιους των μπιζού πάνω στα δάχτυλα και τους καρπούς
καψαλίζουν αλατισμένα δέρματα στις ακτές των ηφαιστείων και ξάφνου…
εκρήγνυται ο ομφαλός της σχέσης,
σπάει η κλωστή που ενώνει τις αποστάσεις από τα σύννεφα στα βλέφαρα,
ανοίγουν τα δάχτυλα για να αγκαλιάσουν τους ώμους…}


                                 άναρθρες κραυγές ματιάς και χνώτων…

…εκεί που αρχίζει το αύριο, έχει προσπεράσει και πλέον κοιτάζει με περισσή απαξίωση το κατακτημένο παρελθόν κάποιου τώρα· μιας στιγμής, που πρόλαβε να δύσει προτού η διάρκεια και η ανάμνηση την καταστήσουν βαλσαμωμένο ομοίωμα σε κάποια βιτρίνα ενός μουσείου…

η ωριμότητα της βίας και της σύγκρουσης έγκειται στο ότι αυτές εξουσιάζουν τόσο φυσιολογικά τα δρώμενα και τις εκλάμψεις της ύπαρξης!

Ο Berlin ουδέποτε κινδυνολόγησε ονοματίζοντας την σύγκρουση ως το υπέρτατο και αναπόδραστο πλεονέκτημα της ανθρώπινης ιστορικής παρουσίας. Η Καλειδοσκοπική Κλειδαρότρυπα ενέτεινε τα διακαή πάθη των ίδιων των κολασίμων φορέων τους βγάζοντας το κλειδί και αφήνοντάς τους όλους γυμνούς στο δέλεαρ της ματιάς, να στάζουν ιδρώτες από επιθυμίες για αμαρτίες μιας στιγμής, που χωρίς κάποιο τράβηγμα του αυτιού θα έμεναν κλειδωμένες, για πάντα και ποτέ δεν θα έβλεπαν το φως της αρχαιολογικής ζήλιας της σκαπάνης…(24)

              …Οι στιγμές αξίζουν–απεναντίας 
          στις διάρκειες, που ολισθαίνουν στην παραβατικότητα της ανίας τους…


Οι ημέρες δεν κυλάνε αυτονόητα·
Ο χρόνος, σίγουρα·
Τα συναισθήματα αναδύονται και βυθίζονται, 
χωρίς όμως να κινδυνεύουν να πατώσουν από το βάρος τους·
Στις ημέρες, ο ήλιος κινδυνεύει από τις κατάρες και
το φεγγάρι αγκαλιάζεται από τις ομορφότερες των λέξεων·
Έτσι συμβαίνει και απέναντι στο περιθώριο –(νομιμότητα) καθωσπρεπισμός…
Δεν είναι τυχαίο πως το περιθώριο αντιμετωπίζεται κλασικά, 
εφόσον είθισται να αναγνωρίζεται - μετουσιώνεται στον χαρακτήρα του συρμού, αναφορικά με την κουλτούρα και τις ποιότητες ζωής.
Ο (μεμ)ψίθυρος του Ηρόστρατου ταλανίζει πολλές δεκαετίες εντυπώσεων, με στοιχεία είτε του εκάστοτε παρελθόντος ή του παρελθοντικού χρονοδιαστήματος, σαν μια ολιστική και επιδεικτική αναγνώριση των πάντων…

Ο εθισμός του απότομου από συνήθεις ανθρώπους.../
Οι υποψιασμένες κουβέντες από στόματα ηρώων του Μουζίλ.../(25)
Το ανήσυχο της σκέψης χαρακώνεται σε περιορισμούς και χαρακτηρισμούς με τιμωρημένο κορμί και εξαναγκασμένο…

Οι κινήσεις ατόμων εκφράζουν, συμβολικά τουλάχιστον, μία αντι-αντίδραση σε δομές και νόρμες, σε ρούχα τόσο στενά, που μονάχα ο εντυπωσιασμός τα δικαιολογεί. Η απάντηση του κοινού είναι η πλέον δημοφιλής βοήθεια σε κάποιον κακότυχο ή προς στιγμήν αμαθή εθελοντή (στην διασκέδαση).
Η τηλεόραση ξεκίνησε υπάρχοντας για να διαμορφώνει, όχι για να γνωστοποιεί απλώς, όπως ο φιλελεύθερος κόκορας κράζει πέραν της καθορισμένης του ώρας (sic). Ο Τόφλερ το είχε διατυπώσει πριν δεκαετίες περίπου, "το καλύτερο μέσο είναι το μήνυμα". Δεν είναι τυχαίο, το ίδιο αποπροσανατολιστικό όσο και εγωπαθές, η κάλυψη της απόστασης από το αίσθημα της γενικής-εθνικής (με τους στενούς γεωγραφικούς όρους της) αναγνώρισης και όχι της απλής καλής γειτονίας, στα μικρά πλαίσια της γειτονιάς μιας πόλης ή ενός χωριού.
Οι στιγμές σε αυτά τα σημεία, θαρρώ πως στέκονται αντάξιες κάθε καταραμένης ματιάς, που βούλιαξε σε κλειστά βλέφαρα, χωρίς να περιμένει σκήνωμα και παζάρια στην βρώμικη σωρό της· το χειροκρότημα ενθαρρύνει τον Μπετόβεν στο ξόδι του, ενώ η θλίψη από το πέσιμο της αυλαίας, στα μάτια των θεατών "θα παραμείνει". Ο Vico φωνάζει τσιμπώντας τα αυτιά της ανέχειας της Ιστορίας απέναντι στις ολιστικές εξηγήσεις. Το στιγμιαίο συχνά ρεύεται από το μυστήριο και το σασπένς της ανολοκλήρωτης προσπάθειας για κίνηση· ανολοκλήρωτο, γεμάτο υποθέσεις και φαντασία…από’κει και πέρα κρίνεται η οξυδέρκεια και ο τρόπος…






Λυρικό κατευόδιο...


Αποβραδίς στον κήπο του καλού και του κακού,
Ο Μανής κοντοστέκεται στο μεταίχμιο μεσάνυχτων και δειλινού.
Απλώνει τα χέρια του σε διάταση 
Και νιώθει την διαφορά των οριζόντων σαν θεία έκσταση.

Ένα γεγονός παραπέρα κουλουριάζει από τα χτυπήματα
Των –ισμών και των διανοουμένων,
Και φτύνει χολή και αίμα από τα ραπίσματα
Και από κάθε λογής κακουργίες των υπολογισμών.

Ο Pavese πέθανε, ο Pavese ζει...
Ο Pessoa πέθανε, ο Pessoa ζει...
Ο Adorno πέθανε, ο Adorno ζει...

Οι αμαρτωλοί απανταχού της γης μεθοκοπούν και σκέφτονται,
Τα χελιδόνια που περπατάνε και τα γουρούνια που ίπτανται.
Οι χειραψίες και τα νεύματα αράζουν πλάι σε τύπους
Και οι ματιές και τα χαμόγελα συνθλίβονται στους τοίχους.

Μια μετάφραση ίσως και να αποδειχτεί επαρκής,
Μια κατανόηση να σέρνεται αλυσοδεμένη.
Το χάδι είναι το μελαγχολικό μεγαλείο της επαφής
Και η αλήθεια πάντοτε βρίσκεται αναστατωμένη.

Ο Heinrich von Kleist πέθανε, ο Heinrich von Kleist ζει...
Ο Kerouak πέθανε, ο Kerouak ζει...
Ο Debord πέθανε, ο Debord ζει...

Ο θάνατος της ειλικρίνειας ‘επεται της αυτοκτονίας της,
Όμως η αυλαία της ύπαρξης κλείνει μόνο με αυτόν.
Ο επιθανάτιος ρόγχος εφάπτεται του κύκνειου άσματος,
Όμως αυτός έχει το πασαπόρτο στην ανυπαρξία.

Η ζωή είναι ο σαδισμός του θανάτου και
Αυτός η απόδειξή της...

Τιμή στους νεκρούς που δεν πληρώσανε νόμισμα στην βάρκα του χάρου,
Μα και εκεί προτίμησαν να φτάσουν κολυμπώντας...  
















Υποσημειώσεις...
1. Βλ. Από την ομιλία του Τ. Αντόρνο, «Ύστερος Καπιταλισμός ή Βιομηχανική Κοινωνία» στο Γερμανικό Συνέδριο Κοινωνιολογίας το 1968, www.xodi.gr
2. βλ. David S. Landes, Ο Πλούτος και η Φτώχεια των Εθνών, εκδ. Λιβάνη, Αθήνα,  2005, σελ. 93 
3. βλ. Γκαστόν Μπασελάρ, Η Εποπτεία της Στιγμής, μετ. Κ. Παπαγιώργης, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα, 1997, σελ. 27
4. «ο κόσμος αρέσκεται στο να αποπροσανατολίζεται, να εξαπατάται» (σ.τ.σ.)
5. εδώ το ουσιαστικό τέλος χρησιμοποιείται με την αρχαιοελληνική του μετάφραση, ήτοι σκοπός
6. με τον όρο δυτικότροπος κόσμος θέλω να αθροίσω τις κουλτούρες και τους τρόπους ζωής που είτε βρίσκονται σε πλήρη ταύτιση με το προσφερόμενο νεοφιλελεύθερο μοντέλο εξουσίας είτε οδηγούνται προς μία απομίμησή του (βλ. Τουρκία, Ν.Α. Ασία, Ινδία, Πακιστάν κ.ο.κ.)
7. βλ. Παναγιώτης Κονδύλης, Μελαγχολία και Πολεμική. Δοκίμια και μελετήματα, εκδ. ΘΕΜΕΛΙΟ, Αθήνα, 2002, σελ. 182
8. βλ. στο ίδιο, σελ. 177
9. βλ. Αντόνιο Πόρτσια, «Φωνές», μτφρ. Βας. Λαλιώτης, εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ, Αθήνα, 2004, σελ. 37
10. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τον Max Weber.
11. Lars Svendsen, Η Φιλοσοφία της Βαρεμάρας, εκδ. Σαβάλλας, Αθήνα, 2006, σελ. 17
12. βλ. στο ίδιο, σελ. 58-59
13. βλ.από τη συνέντευξη του καθηγητή Π. Νούτσου στην εφημ. ΕΠΟΧΗ, 17/06/2007, σελ. 31
14. Βλ. ό.π., Lars Svendsen,  σελ. 75
    15.     βλ. Φρομ, Έριχ, «Πειθαρχία και Ελευθερία»
    16.    βλ. Βάρβογλη, Λίζα, 2010
    17.    βλ. Περρωτής, Κων/νος, 2011
    18.    βλ. στο ίδιο
    19.  βλ. Jean Baudrillard, Ο Καθρέφτης της Παραγωγής ή Η Κριτική Αυταπάτη του Ιστορικού Υλισμού, μετ. Σπ. Μπενετάτος, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1990, σελ. 16
   20.   βλ. George Steiner, Δέκα (Πιθανοί) Λόγοι για τη Μελαγχολία της Σκέψης, μετ. Σερ. Βελέντζας, εκδ. Scripta, Αθήνα, 2007, σελ. 34-35
21. Συναρμολογεί παλαιά γνώριμα στοιχεία σε μια νέα ποιότητα. Σε όλους τους κλάδους της (της πολιτιστικής βιομηχανίας) κατασκευάζονται με λίγο έως πολύ σχεδιασμένο τρόπο προϊόντα, κομμένα και ραμμένα για να καταναλωθούν από μάζες, τα οποία από τη μεριά τους εκφράζουν σε μαγάλο βαθμό αυτήν την κατανάλωση. Βλ. Th. Adorno, Σύνοψη της Πολιτιστικής Βιομηχανίας, προλεγ.-μετ. Λευ. Αναγνώστου, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2000, σελ. 13-15  
22. Τρόμος του κενού (σ.τ.σ.)
23. βλ. ό.π., Παναγιώτης Κονδύλης, σελ. 178
24. Κλασική μουσική, μυώδη σώματα και γιαούρτι…αρμονία σε στύση και ασβέστιο συνοδεία από τις εποχές του Vivaldi…
25. βλ. Μουζίλ, Ρόμπερτ, Περί Πλακείας, εκδ. ΟΛΚΟΣ














Σχόλια