"Μουσείο"...γιατί και πώς;



   Στην αρχαιότητα η λέξη «Μουσείον» σήμαινε το βωμό ή το τέμενος το αφιερωμένο στις Μούσες, στις θεότητες της πνευματικής καλλιέργειας των τεχνών και της παιδείας. Σήμερα το μουσείο δεν αποτελεί μια κλειστή οντότητα που την προσεγγίζουμε με μονοδιάστατο τρόπο αποσκοπώντας μόνο στην απολίθωση του παρελθόντος και των αντικειμένων του. Το σύγχρονο μουσείο στόχο έχει, όχι μόνο να συλλέγει, να διατηρεί, να ερευνά την πολιτιστική κληρονομιά, αλλά και να ερμηνεύει, να εκπαιδεύει και να ψυχαγωγεί. Η μουσειακή αγωγή έχει στόχο να αναδείξει την ουσιαστική και λειτουργική προσέγγιση των μουσειακών αντικειμένων, απορρίπτοντας την παραδοσιακή διδακτική μέθοδο του μαθητή - ακροατή και υιοθετώντας μεθόδους δανεισμένες από το χώρο της σχολικής παιδαγωγικής.  

   Το παρακάτω κείμενο έχει ως στόχο να προσεγγίσει την έννοια του μουσείου μέσα από την εικόνα ενός ενεργού και δραστήριου κοινωνικού φορέα που αντλεί από το κοινωνικό σύνολο και προσφέρει σε αυτό. Πρωτίστως, παρουσιάζονται αφενός οι ειδικοί και αφετέρου οι γενικοί λόγοι για τη δημιουργία ενός μουσείου και εν συνεχεία γίνεται αναφορά στις βασικές λειτουργίες και τη γενικότερη οργάνωση ενός μουσείου.  


Οι γενικοί αλλά και οι ειδικότεροι λόγοι για τη δημιουργία του νέου μουσείου

   Ο ρόλος των μουσείων είναι σαφής: Εξυπηρετούν έναν παιδαγωγικό σκοπό, που  αποκτά δυναμισμό και κοινωνική ευρύτητα όσο προχωράει η νεότερη εποχή. Πρόκειται για ένα σκοπό που επιτυγχάνεται ακριβώς, επειδή τα μουσεία διακρίνονται για τη μοναδική ιδιότητα να κατέχουν πραγματικά αντικείμενα και αληθινές μαρτυρίες, παράλληλα με τη δυνατότητά τους να εκθέτουν, να επιδεικνύουν και να παρουσιάζουν τη φύση του κόσμου και του ανθρώπου μέσα σε αυτόν. Ο σκοπός που εκπληρώνουν σήμερα τα μουσεία περιορίζεται στην πρόσκτηση, τη διαφύλαξη την προστασία και τη συντήρηση, την έκθεση και τέλος στην επιστημονική έρευνα αντικειμένων με πολιτιστική αξία. Κλείνονται σε αυστηρές βιτρίνες, εκθέτονται σε ψυχρά κτίρια και αποτελούν πρότυπα ενός «ανώτερου» πολιτισμού. 

   Στο σύνολό τους τόσο οι γενικοί αλλά και οι ειδικοί λόγοι για τη δημιουργία ενός μουσείου εκτείνονται σε πολλούς τομείς ενδιαφέροντος αλλά και ουσίας. Πρωτίστως, το μουσείο αποτελεί ένα ιδιαίτερο πολιτιστικό κέντρο ικανό να φέρει το μέσο άνθρωπο σε άμεση επαφή με την τέχνη και ως εκ τούτου να του δημιουργήσει νέα ενδιαφέροντα συμβάλλοντας κατ' αυτόν τον τρόπο στην προαγωγή των πολιτιστικών αξιών. Συνακολούθως, προωθείται η επιστήμη που είναι άμεσα εξαρτώμενη με το εκάστοτε αντικείμενο της έκθεσης με αποτέλεσμα η έκθεση να δρα ως ο συνεκτικός κρίκος του ανθρώπου με τις ρίζες του, καθώς ο πολίτης ενσωματώνεται στην ιστορική και πολιτιστική συνέχεια του τόπου του. 

   Επιπροσθέτως, ένας από τους βασικούς λόγους δημιουργίας ενός μουσείου συνιστάται στην παιδευτική πρόοδο του ανθρώπου μέσω της κατανομής της αισθητικής και της ιστορικής πληροφορίας ούσα απεξαρτημένη από το στείρο ακαδημαϊσμό. Αυτό βέβαια προϋποθέτει την ικανότητα του ανθρώπου να αναγνωρίζει προβλήματα και να σχηματίζει κριτική γνώμη. Σε αυτό το πλαίσιο, εντάσσεται και η δημιουργία τοπικών μουσείων. Τα τοπικά μουσεία δεν αποκτούν ταυτότητα από το είδος των αντικειμένων τους, π.χ. αρχαιολογικά, λαογραφικά κ.λπ., αλλά από τη γεωγραφική καταγωγή τους. Τα μουσεία αυτά οφείλουν να ορίζουν και να ορίζονται από την περιοχή γεωγραφικής και κοινωνικο-πολιτισμικής ταυτότητας, λειτουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ως μοχλός ζύμωσης, επικοινωνίας και εξέλιξης του κοινωνικού συνόλου που εκφράζουν. Όπως σε κάθε μουσείο έτσι και σε ένα τοπικό μουσείο, οφείλουν να βρίσκουν θέση όλες οι κοινωνικές ομάδες των περιοχών που καλύπτει, ανεξαρτήτου προέλευσης, καταγωγής, οικονομικού επιπέδου, ηλικίας, μόρφωσης ή άλλου χαρακτηριστικού.

   Το κάθε μουσείο ανεξαρτήτου ταυτότητας οφείλει να συνδέεται, να επικοινωνεί και να ανατροφοδοτείται από το κοινωνικό σύνολο, μέσα στο οποίο βρίσκεται. Αυτό γίνεται επιτακτικό κυρίως στην περίπτωση ενός τοπικού μουσείου, το οποίο έχει υποχρέωση  να λειτουργεί ως τόπος συνάντησης και όσμωσης των διαφόρων και διαφορετικών πολιτιστικών και κοινωνικών ομάδων με κυριότερα εργαλεία το διάλογο και την επικοινωνία. Το μουσείο καλείται να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής μέσα από την επικοινωνία των μελών της κοινωνίας, την εκπαίδευση, τη γνώση και το ενδιαφέρον για το μέρος στο οποίο ζουν. Να ενδυναμώσει το συναίσθημα της εντοπιότητας, προβάλλοντας τη μοναδικότητα του τόπου τους αλλά και των ιδίων των κατοίκων, τόσο σε υπερτοπικό, εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. 

   Άλλωστε εμμέσως πλην σαφώς, ένας από τους συνηθέστερους λόγους δημιουργίας ενός μουσείου σε κάποιο χώρο και δη σε επαρχιώτικο επίπεδο προάγει και ταυτόχρονα αυξάνει την πολιτιστική βαρύτητα του εκάστοτε τόπου συμβάλλοντας στην αναγνώριση του τόπου, τουριστικά, πολιτιστικά και οικονομικά. Η συνεργασία, μεταξύ των φορέων που είναι υπεύθυνοι για τα αξιοθέατα (αξιοθέατα ιστορικού ενδιαφέροντος και μνημεία γεωργικού, αγροτικού, ημιαστικού και αστικού αρχιτεκτονικού χαρακτήρα) και των κατοίκων, για τη δημιουργία βιωματικών δράσεων, τόσο για τους ίδιους όσο και για τους επισκέπτες, θα έδινε στην πόλη και την ευρύτερη περιοχή ένα άκρως ανταγωνιστικό πολιτιστικό τουριστικό προϊόν με ποικίλα οικονομικά οφέλη.

   Όπως υπογραμμίζει και η Σταυρούλα Παπασπύρου, άλλωστε, ο πρωτεύων λόγος για τη δημιουργία ενός μουσείου θα πρέπει να είναι η δημιουργία ενός χώρου ανοιχτού σε διάλογο με την κοινωνία, επικεντρωμένο όχι στη λατρεία των αντικειμένων, «αλλά στην εκπαίδευση και την ψυχαγωγία των ανθρώπων σε αντιδιαστολή με ένα βασίλειο αισθητικής γεμάτο θησαυρούς που προορίζεται για μια ελίτ καλλιεργημένων πολιτών».

   Από τα παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα πως μέσω της δημιουργίας ενός μουσείου και πολλώ δε μάλλον ενός μουσειακού χώρου σε τοπικό επίπεδο θα δίνονταν η δυνατότητα στη τοπική κοινωνία να παρουσιάσει θέματα που την αφορούν και προέρχονται από την ιστορία και την παράδοση του τόπου, μέσα από εκθέσεις, ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα για όλες τις ηλικίες και τις οικογένειες, τόσο στους χώρους τους όσο και σε άλλους χώρους, όπως σχολεία ιδρύματα, δημοτικά καταστήματα και πολλά ακόμη.

   Επίσης, θα μπορούσε να φιλοξενήσει εκθέσεις από άλλες πόλεις της χώρας ή πόλεις του εξωτερικού, δίνοντας πάλι στους κατοίκους τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή με πράγματα, θέματα, ιστορίες, που δεν θα είχαν διαφορετικά αυτή τη δυνατότητα επαφής, γνωριμίας και γνώσης. Ένα τοπικό μουσείο δεν χρειάζεται τις μεγάλες συλλογές για να παρουσιάσει, χρειάζεται τις ιστορίες των παλαιότερων, τα έθιμα, την καθημερινότητα, την οπτική του τόπου μέσα από τα μάτια των ίδιων των κατοίκων που τα ζουν, δίνοντας τη δυνατότητα για έκφραση και προβολή όλων των απόψεων χωρίς στερεότητα. 


Η γενική οργάνωση των χώρων μουσείου και οι βασικές τους λειτουργίες.

   Αν λάβουμε υπόψη τις συλλογές και τις εκθέσεις των μουσείων ως ολότητα, στο σύνολό τους αυτές αντιπροσωπεύουν τη φυσική και την πολιτιστική κοινή κληρονομιά όποιου λαού. Τα μουσεία, ως επιμελητές αυτής της κληρονομιάς είναι υποχρεωμένα να διευκολύνουν και να προωθούν την κατανόηση όλων των φυσικών μορφών και διαδικασιών και την ανθρώπινη εμπειρία. Επιβάλλεται τα μουσεία να είναι οι πηγές για την ανθρωπότητα και μέσω των δραστηριοτήτων τους να προάγουν μία ενημερωμένη αναγνώριση του πλούσιου και ποικίλου κληρονομημένου κόσμου. 

   Ο σχεδιασμός για την έναρξη και λειτουργία ενός νέου μουσείου επιβάλλει ως προτεραιότητα και πρώτη φάση τον καθορισμό των στόχων που πρέπει να επιτευχθούν με το νέο έργο αλλά και το να επαληθεύει τους γενικότερους και ειδικότερους λόγους που καθιστούν τη δημιουργία του σημαντική. Στη δεύτερη φάση περιλαμβάνεται η πρωτοβουλία για ανάλυση των στόχων αυτών ούτως ώστε να εκφράζονται, εν πολλοίς, με συγκεκριμένες λειτουργικές ανάγκες που πρέπει να ικανοποιηθούν. 

   Σύμφωνα με τα παραπάνω λοιπόν, θα πρέπει η έκθεση του μουσείου να είναι ασφαλής και σίγουρη για την προστασία των εκθεμάτων-αντικειμένων όπως και των επισκεπτών. Αναφορικά στην προστασία των επισκεπτών του μουσείου, εύλογο το ενδιαφέρον σχετικά με τη σωματική ακεραιότητα των επισκεπτών, ήτοι των ζωντανών φορέων του πολιτισμού.  Η προστασία, η οποία συμβάλλει στη διασφάλιση της καλής κατάστασης του εκτιθέμενου αντικειμένου υλοποιείται μέσω της συντήρησης. Η συντήρηση έχει ως σκοπό είτε να εμποδίσει είτε να σταματήσει  την επερχόμενη ή παρούσα καταστροφή ενός αντικειμένου. Κάτι τέτοιο πραγματοποιείται μέσω της αποκατάστασης, η οποία και περιλαμβάνει την επαναφορά ενός αντικειμένου στην αρχική του μορφή έπειτα από προγραμματισμένη επέμβαση. 

   Όλο και περισσότερα μουσεία στην Ελλάδα, αναγνωρίζοντας τη σημασία αλλά και την ανάγκη της εφαρμογής τους, αποκτούν τμήματα εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Αν και τα εκπαιδευτικά μουσειακά προγράμματα επιδέχονται βελτιώσεις, ωστόσο αποτελούν καθοριστική λύση στο πρόβλημα της εποικοδομητικής επίσκεψης στο μουσείο, καλύπτοντας τις βασικές απαιτήσεις της σύγχρονης μουσειακής αντίληψης επιδιώκοντας κοινωνικότητα, ψυχαγωγία και ουσιαστική μάθηση. Αυτό επιτυγχάνεται με τη διάθεση εξειδικευμένου προσωπικού, ικανό να λύσει τις απορίες των επισκεπτών πραγματοποιώντας συνάμα ολοκληρωμένες ξεναγήσεις αλλά και με τη παροχή εύληπτων και κατατοπιστικών καταλόγων και οδηγών για μια καλύτερη ξενάγηση στους χώρους του μουσείου.

   Ένα ακόμη σημείο στο οποίο πρέπει να σταθούμε όσον αφορά τον οργανωτικό τομέα στη λειτουργία του νέου μουσείου και είναι άμεσα συνυφασμένος με τον προηγούμενο είναι ο τρόπος με τον οποίο θα δημιουργείται το ενδιαφέρον του επισκέπτη ήδη από την αίθουσα του προθαλάμου. Ο  προθάλαμος οφείλει να μαγνητίζει απευθείας τον επισκέπτη και με τη συνδρομή επεξηγηματικών πινακίδων να ενημερώνει τους επισκέπτες για το θεματικό περιεχόμενο όποιου επισκέψιμου θαλάμου. 

   Σε ότι αφορά το μουσείο πρέπει να αναφέρουμε πως για την αποφυγή της μουσειακής κόπωσης, ιδανικό είναι να κυριαρχεί μια ποικιλία στην σχέση θεατή εκθέματος, την διαβάθμιση του φωτός, του ήχου, της θερμοκρασίας, αλλά και τις χρωματικές αποχρώσεις των χώρων. Η χρήση κατάλληλου χρώματος θεωρείται απαραίτητη και αυτό γιατί αποδίδεται ρεαλισμός στα εκθέματα, φωτεινότητα στους εκθεσιακούς χώρους οδηγώντας κατ' αυτόν τον τρόπο κάθε επισκέπτη σε μία πιο ενθουσιώδη αντιμετώπιση ολόκληρου του μουσείου. Παράλληλα, η συμβολή των οπτικοακουστικών μέσων αυξάνει το ενδιαφέρον μιας επίσκεψης στα μουσεία δημιουργώντας ένα κλίμα στο οποίο κάθε επισκέπτης θα προσπερνάει κάθε πρόβλημα κατανόησης, παρατηρώντας κείμενα σε οθόνες και ακούγοντας μέσα από ηχητικές εγκαταστάσεις όχι μόνο κάποια εισαγωγικά αλλά και τον τρόπο τεχνικής κατεργασίας των αντικειμένων είτε ίσως και κάποια βασικά τεχνοτροπικά στοιχεία αυτών. 

   Ανάμεσα στους θεματικούς τομείς παρεμβάλλεται κάθε φορά ένας μεταβατικός χώρος που φωτίζεται με φυσικό φως. Ο χώρος αυτός σηματοδοτεί κάθε φορά την μετάβαση στον επόμενο τομέα. Εξάλλου, ο συνδυασμός χρώματος και κατάλληλου φωτισμού επιδρούν καταλυτικά στα αντανακλαστικά του επισκέπτη. καθώς όσον αφορά το φωτισμό υποβοηθά στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται τα εκθέματα οι επισκέπτες και τους προδιαθέτει ψυχολογικά συμβάλλοντας στην αισθητική ατμόσφαιρα της έκθεσης. 

                                           ............................................................................
   Σήμερα το μουσείο δεν αποτελεί μια κλειστή οντότητα που την προσεγγίζουμε με μονοδιάστατο τρόπο, αποσκοπώντας μόνο στην απολίθωση του παρελθόντος και των αντικειμένων του. Το σύγχρονο μουσείο στόχο έχει, όχι μόνο να συλλέγει, να διατηρεί, να ερευνά την πολιτιστική κληρονομιά, αλλά και να ερμηνεύει, να εκπαιδεύει και να ψυχαγωγεί πραγματώνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο αποτελεσματικά διαδραστικές σχέσεις μεταξύ εκθεμάτων- χώρου και επισκέπτη.

   Στο παρόν κείμενο παρουσιάστηκαν τα σημεία αυτά, που στο σύνολό τους χρίζουν εξαιρετικού ενδιαφέροντος και προσοχής στοχεύοντας στην καλύτερη και αποτελεσματικότερη δια-δράση του μουσειακού χώρου και των εκθεμάτων του με τους επισκέπτες ανεξαρτήτου ηλικίας και επιστημονικής ευχέρειας. Χαρακτηριστικά, αρχικώς έγινε αναφορά στους κυρίαρχους λόγους, ειδικούς και γενικούς, οι οποίοι συνηγορούν υπέρ της δημιουργίας ενός νέου μουσείου και   ακολούθως παρουσιάστηκαν τα σημεία που επιβάλλεται αυστηρός και υπεύθυνος συντονισμός οργάνωσης του χώρου, ώστε τα αποτελέσματα να είναι λειτουργικά και όχι επιφανειακά. 


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

1) Α.Γκαζή, Τ.Νούσια, «Αρχαιολογία στον Ελληνικό χώρο, Μουσειολογία, Μέριμνα για τις Αρχαιότητες»,ΕΑΠ, τ.Γ΄, Πάτρα, 2003 
2) Στ.Παπασπύρου, «Για ζωντανά μουσεία», εφ.ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 20/05/'07



Σχόλια