"Το στομάχι και το συκώτι", του Γ.η.Π.



1) Η υποκριτική ομάδα.........

...η εμπιστοσύνη με την οποία τον είχε περιβάλλει όλα αυτά τα χρόνια συμβίωσης και επαφής έμοιαζε να εκλείπει το τελευταίο διάστημα, εξαιτίας της διαρκούς και επαναλαμβανόμενης απουσίας του από το μεσημεριανό φαγητό. Παράλογο είτε ιδιοτροπία, για εκείνη πάντως το μεσημεριανό φαγοπότι αποτελούσε μία αξιόλογη παρακαταθήκη τής σχέσης του στομαχιού της με το συκώτι του εραστή της και του έρωτά τους. Για παράδειγμα, άλλος έχει εμμονή όσον αφορά το κρεβάτι, όπου πάντοτε θέλει να τον περιμένει η ερωμένη του ως ένδειξη ισορροπίας της σχέσης τους. Άλλη, πάντοτε διαμαρτύρεται για το ελάχιστο του μοσχοκάρυδου στο φαγητό, που της σερβίρει ο σύζυγός της και πόσοι ακόμη παρεμφερείς φετιχισμοί, εν είδει ευτυχίας και αρμονικής συμβίωσης. 
Όσο καιρό απλώς γνωρίζονταν και συγχρωτίζονταν σε μπαράκια της παραλιακής, συχνά του υπενθύμιζε -ίσως σκοπώντας να τον προσελκύσει περισσότερο- αυτήν την υποχονδριότητά της  σημειώνοντας πως «τόσο το παρελθόν μου όσο και το μέλλον μου αρχίζουν και τελειώνουν στο μεσημεριανό τσιμπούσι και στην επακόλουθη ναζιάρικη παύση για χώνεψη και μορφεϊκή απόσταση από τα πράγματα...πλην του γαμησιού, εννοείται!». Και μάλλον από αυτό το πικάντικο και ελκυστικό της στοιχείο, αυτός είχε κολλήσει μαζί της και αργότερα σε κατάσταση αλόγιστης πείνας τής κατάφερε τη σημαδιακή πρόταση: «...Πάμε να σου κάνω το τραπέζι και μετά να χαλαρώσουμε στο κρεβάτι; Δεν έχω αυτοσκοπό ή τουλάχιστον επί του παρόντος...». Η συνέχεια στην εμπειρία και την κοιλιά της φαντασίας κάθε αναγνώστη και φαγοπότη.
Η σχέση τους ως αναμενόμενο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από πρωινά ελαφριάς επαφής και γεύσης χυμών με φρυγανιές, τα μεσημέρια από λουκούλειες συμπεριφορές αναμασήματος σάρκας και σεξουαλικής επιθυμίας καταλήγοντας στο βράδυ, όπου τα νυχτερινά κοκτέηλ γεύσεων περιορίζονταν στην αυλή και την ευρύχωρη βεράντα τους. Αξίζει να σημειωθεί πάντως (και ωσάν απαραίτητο αντίβαρο σε όποιο πάθος που πάντα παρακάθεται δίπλα του και κάποιο άλλο) οι μεγάλες ποσότητες αλκοόλ και νικοτίνης, που προσέθεταν μία επιβλαβή και απαραίτητη πρέζα, σε αυτό το μίγμα τής χορτασμένης σ΄χεσης. Μονάχα αυτός όμως ήταν και πότης και αρειμάνιος καπνιστής. Αναπόφευκτα η κουζίνα, τόσο γι' αυτόν από τη μία πλευρά, αποτελούσε κατάλληλο παραπέτασμα για τυχόν παράνομες εισπνοές και εκπνοές (πάνω από τη τηγάνι με την κοχλάζουσα και πολύχρωμη σάλτσα και κάτω από το ανακριτκό βλέμμα του απορροφητήρα) και γι' αυτήν από την άλλη, με τη συμβολή της χαρμολύπης των κρεμμμυδιών και των καυτερών πιπεριών, εκτελούσε χρέη παρηγορητή-εξομολογητή και απομόνωσης, για περισυλλογή εν μέσω εκρήξεων του συναισθηματικού της ηφαιστείου.  

2) Η κοιλιά του αρχιτέκτονα........

Ο πρώτος καιρός της σχέσης τους, όπως είναι φυσικό να συμβαίνει, κυλούσε εν μέσω μυρωδικών εμπειριών και βιολογικών ουσιών ευτυχίας, μέσα στο μεγάλο καζάνι, που χρόνια τώρα βράζει την πρωτεύουσα. Οι συγγενείς και των δύο, μολονότι αρχικά είχαν αντιρρήσεις για τη σχέση τους, ύστερα από τις πρώτες επιφυλακτικές επισκέψεις στο σπίτι τους έφευγαν συνεχώς με μία καούρα από μίγμα απορίας και ταυτόχρονης ευδαιμονίας, εφόσον το μεσημεριανό τραπέζωμα που τους παρέθεταν είχε πάντοτε τις κατάλληλες αναλογίες ζάχαρης, αλατιού και μοσχοκάρυδου, όπως επιθυμούσαν και οι τέσσερις. Η δυσπεψία όμως και οι ποικιλίες από σύκα, που χρησιμοποιούσαν όχι μόνο ώς φρούτα και γλυκά, ήταν αυτά που έχαιραν απορίας και ποικίλων ερωτημάτων σχετικά με το γλυκανάλατο εφήμερο του έρωτά τους. Η υπερβολή στο γεύμα, στις ποσότητες φαγητού και η κοιλιακή σαστιμάρα εμφανίστηκαν πολύ αργότερα, όταν και οι δύο είχαν γνωρίαει αρκετά ο έννας τον άλλο και οι συγγενείς τους ειχαν αρχίσει ήδη να εισβάλλουν σε ατμόσφαιρες συγγενικής αντιπαράθεσης και ανταγωνισμού.
Ο Γκρίναγουεϊ ήταν ο σκηνοθέτης-ζωγράφος, γύρω από την ταινία "The belly of the architect"του οποίου είχε στηθεί ένα αλλοπρόσαλο τραπέζι συμφωνίας και ισορροπίας. Κατά μία έννοια αποτελούσε το ευαγγέλιο ή τον καζαμία της διαλεκτικής της συνύπαρξης με τους συνανθρώπους της. Και αυτό εξηγείται, όπως τα πάντα άλλωστε που χρήζουν ενδιαφέροντος και ουσίας. Η ταινία, εν τάχει, αναφέρεται στο αδιέξοδο της υπαρξιακής αρχής, μιας δολοφονικής προέκτασης του επικουρικού "λάθε βρώσας". Η αξιωματική αυτή φράση του Επίκουρου υποθέτει μία κατηγοριοποίηση των ηδονών και ο σκηνοθέτης αποδίδει την υπερβολή παρουσιάζοντας έναν πληθωρικής ευστομαχίας αρχιτέκτονα ό οποίος χαίρει συμβολικής εκτίμησης από την ιταλική ελίτ. Το αδιέξοδο ψαύεται στο πρόβλημα δυσπεψίας που παρουσιάζεται στον πρωταγωνιστ, ήτοι στο στομάχι του και συνδυάζεται μέσω έμμονων αναφορών του στο άγαλμα του Αδριανού, που στην πραγματικότητα ουδεμία σχέση είχε με τον καχεκτικό και συνάμα αξιόλογο αυτοκράτορα της ρωμαϊκής περιόδου. Το λανθάνων ερωτικό πάθος εκδηλώνεται και επιβεβαιώνεται πάνω σε μία βάσιμη υποψία, η οποία τρέφει με το συνωμοσιακό της προφίλ τον ελλοχεύοντα ερωτισμό των σύκων. Ο Αδριανός δολοφονήθηκα από τη σύζυγό του τρώγοντας τα αγαπημένα του σύκα, η Κλεοπάτρα δολοφονήθηκε όταν το φίδι της επιτέθηκε μέσα από το καλάθι με τα φρούτα...
Η ταινία ήταν το διαπιστευτήριο επιχειρημα΄των και ορθολογικού συμπεριφορισμού, με σκοπό μία ανείπωτη ελπίδα και πανάκεια για την διατύπωση της ευτυχίας. Οι περιστασιακοί καβγάδες αρχικά ξεκινούσαν ως αντίδραση ή και επιβεβαίωση πάνω σε χωρία και σκηνές του σεναρίου ή παραλληλισμούς των καρέ της, με τις στιγμές που ζούσαν και έρχονταν αντιμέτωποι οι δυο τους. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αναλογικά με με τον μεταβολισμό τους κυμαίνονταν και ο αντίστοιχος μεταβολισμός της σχέσης τους. Το μεσημεριανό φαγοπότι όμως ήταν αυτό που κατά κάποιο τρόπο είχε αντικαταστήσει το κουτί με τα στέφανα πάνω από την κάσα της πόρτας των εραστών και συζύγων μίας εξεβιασμένης κοινωνικής μεταμόρωσης, του γάμου. Αναντίρρητα λοιπόν, η στιλπνότητα της επικοινωνίας και της σωματικής τους δέσμευσης έδραζε στη βάση μιας καθώς πρέπει μεσημεριανής επιτραπέζιας υποχρέωσης -αλλήλοις- και ακολουθούσαν όλες οι λοιπές πλην ζωτικές υποχρεώσεις και κανονικότητες στη ζωή ενός ζευγαριού εραστών.  

3) Το πρώτο μακροπρόθεσμο γεύμα…….

Γνωρίστηκαν όταν και οι δύο είχαν μόλις αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο. Τα κραυγαλέα και για τους δύο κοινά σημεία -με τον συμβολικό τους επεκτατισμό στη συμπεριφορά των- ήταν από τη μεριά της η ταινία του Πήτερ Γκρίναγουεϊ "The belly of the architect" και γι' αυτόν το βιβλίο του αλησμόνητου πότη Τσαρλς Μπουκόφσκι "Οι σημειώσεις ενός πορνόγερου". Εκ πρώτης όψεως, ίσως αυτές οι ξεχωριστές περιπτώσεις ουσιώδους σύμπτωσης να φαντάζουν εκ διαμέτρου αντίθετες  και απόμακρες, μα μια διαφορετική ματιά και μία εξύψηση της υποκειμενικότητας -μακριά από προαγωγές εκτίμησης και σημασίας, ήτοι αυτές των ειδημόνων κριτικών- τις τέμνει σε αρκετά σημεία. Ο μέθυσος άνδρας με τη χορτάτη γυναίκα ή ο περιθωριακός αρσενικός με την κοινωνικά αποδεκτή σύζυγο. Και ακόμα, η κούραση και η ξεκούραση, η ζαλάδα και η αποκατάστασή της και πολλά άλλα.
Η εξήγηση που είχαν δώσει και οι δυο τους, αρχικά ήταν ό,τι το μεθύσι έχει ανάγκη τόσο ενός καλού στομαχιού όσο και το ίδιο το στομάχι αρέσκεται να επαναστατεί από τον τετριμμένο χρόνο με ζαλάδες και πολύχρωμες βιολογικές εκτροπές. Ο Μπουκόφσκι ουδέποτε ευχαρίστησε μία πορνογραφική του σχέση, όπως και ο Γκρίναγουεϊ, με τις δυσκολίες που αποδίδει στις σχέσεις. Ένας διαφορετικός πορνόγερος επηρεασμένος από τη θηλυκότητα του φαγητού με τάση αλκοολούχας εμμονής σε αυτό. Μέσα σε περιβάλλοντα ανά πάσα στιγμή το ίδιο πραγματικά και ρεαλιστικά.
Αυτός, από πιτσιρικάς εππηρεπής σε κάθε είδους βωμολοχία και έκλυτη συμπεριφορά, μέσα σε αυτήν του τη σχέση  -στα πρώτα της βήματα- προσπάθησε να συνεφέρει την ερωμένη του γνωρίζοντάς την στις απολαύσεις των αλκοολούχων αισθήσεων. Ως εκ τούτου, κάθε επιτραπέζια ώρα χαρακτηρίζονταν από υπερβολές στο φαγητό και στο ποτό. Άλλωστε, σε μία επιτυχημένη σχέση επιτυχημένων ζευγαριών, όπως θα υπογράμμιζε και κάθε best seller οικογενειακής γαλήνης, η ανταλλακτική διάθεση παραγωγής καθίσταται σε βαθμό περίσσιας βρεφικής ευαισθησίας, εφόσον η γνωριμία των νέων ακολουθεί ένα υγιές δούναι και λαβείν από εμπειρίες, ιδέες, σκέψεις και διαφορετικές κουλτούρες. Με βάση αυτήν την ειλικρίνεια, ο ένας επιθυμούσε να γνωρίσει το αλκοόλ στην καινούρια του αγαπημένη και η άλλη με τη σειρά της, να μυήσει τον εραστή της στον κόσμο των γευμάτων και των εδεσμάτων. Πασίδηλη και ισσοπαλία του άτυπου εγωισμού και των δύο, διότι αυτές οι δύο επιθυμίες ενίοτε συμβαδίζουν, όπως ήδη ειπώθηκε. Το βιβλίο "Οι σημειώσεις ενός πορνόγερου" το είχε αγοράσει με τις οικονομίες του στο πρώτο έτος των σπουδών του, τότε που για ένα τρίμηνο δεν έβγαινε από το σπίτι του, ενόσω κάθονταν και έπινε διαρκώς μόνος του και είχε εν τέλει αποδειχθή, από την πολυτάραχη σε ουσίες ζωή του, πως ήταν αυτό το βιβλίο που τον είχε εππηρεάσει περισσότερο από οιοδήποτε άλλο. 
Ως συμπέρασμα των παραπών, θα μπορούσε να συνοψίσουμε λέγοντας πως η εν λόγω διαταραγμένη σχέση φαγητού (από θηλυκής πλευράς) και ποτού (από την αρσενική) απείχε κατά πολύ από την υγιεινή επιβίωση τόσο από τη διατρογική οπτική όσο και από την διαπροσωπική. Η αναμενόμενη και τόσο καιρό ελλοχεύουσα αντιπαράθεση παθών επρόκειτο να κατέληγε μοιραία και για τους δύο. Η κοιλιά του αρχιτέκτονα φούσκωνε από τις πορνογραφικές σημειώσεις όσο και αν η επικουρική ρήση "λάθε βρώσας" έμελλε να γεμίσει την κύκνεια πιατέλα και να πνιγεί μέσα στον ύστατο αφρώση παφλασμό του μεσημεριανού δείπνου. 
Επομένως, το πρώτο τους ραντεβού, γυμνό από προφάσεις, με μέλη να προδίδουν την ειλικρίνεια των μέγιστων επιθυμιώνκαι των δύο, κανονίστηκε για κάποιο μεσημέρι Παρασκευής, τρία χρόνια πριν, στο σπίτι της φυσικά. (Το αξιοπερίεργο και συνάμα γοητευτικό ήταν ότι ανεβλήθη για παραπάνω από δύο μήνες, λόγω ατυχών συμπτώσεων στις ζωές τους, με επακόλουθο την μακροπρόθεσμη ολιγωρία και ανυπομονεσία τής πρώτης τους φοράς.)
Από την πλευρά της, αυτό το δείπνο θα αποτελούσε το αποδεικτικό, για το κατά πόσο αυτός ήταν ο άντρας που θα ικανοποιούσε το εγώ της. Γι' αυτό και οι προετοιμασίες γύρω από το λουκούλειο μεσημεριανό είχαν ξεκινήσει τέσσερις ημέρες νωρίτερα, από τη Δευτέρα. Παράλληλα, εκείνος θέλοντας α εκμεταλλευτεί τον διακαή του πόθο να την φέρει σε επαφή με την υγρή του οινοπνευματώδη πλευρά, είχε διανύσει τη μισή εδαφική επικράτεια προκειμένου να βρει τα πλέον αφροδισιακά αλκοολούχα ποτά συνδυάζοντας και γεύσεις φρούτων. Είχε αφιερώσει αρκετές ώρες σε σημειώσεις και αφιερώματα του κριτικού Ρόμπερτ Πάρκερ (ένας μεγάλος Αμερικάνος σομελιέ) και έμεινε ένα βράδυ στο ξενοδοχείο Μπριτάννια, οπότε και παρακολούθησε, μολονότη λάτρης της μπύρας, ένα διαγωνισμό κρασιού παρουσία του Μισέλ Ρολάν, ενός από τους γνωστότερους συμβούλους κρασιού. Στόχευε, κατά τη διάρκεια του αναμενόμενου μεθυσιού να ζαλιστούν τα κορμιά τους όσο ανήμπορα και αν αυτά στέκονταν το ένα πάνω στο άλλο, ιδρωμένα, φουσκωμένα και μεθυσμένα. 
Εν τούτοις, το γεύμα ξεπέρασε τις προσδοκίες και των δύο. Η πολυχρωμία του φαγητού και τα σχηματοποιημένα υγρά συα μπουκάλια και τα ποτήρια δεν στάθηκαν ικανές στρατηγικές επίθεσης-άμυνας του ενός προς την άλλη. Κάποιες πρώτες μπουκι΄ς του χαρακτήρα της και το βάπτισμα στις γουλιές του πάθους του στάθηκαν υπεράνω υποψίας αποτελεσματικές ώστε να τους οδηγήσουν πολύ νωρίτερα στο κρεβάτι και να σκάσουν από πόθο ανάμεσα στα υγρά των σωμάτων τους.
Αποτυχία διατροφική; Τουναντίον, επιτυχία ανατροφοδοτικών σάλιων και σαρκικών γεύσεων. Τα διάφορα κομμάτια φρούτων και λαχανικών σφράγιζαν τις τρύπες τους και οι στάλες του αλκοόλ από το στόμα των γέμιζαν τα μάτια, τους αφαλούς και τα χείλη τους. Το χρώμα του δέρματός τους άλλαζε τακτά από άλικο σε σαμπανιζέ και από ουρικόχρωμο αλκοόλ σε άσπρες σάλτσες οργασμών. Τα σεντόνια σε σουρεαλιστική εκδοχή τής αποτίμησης της παρθενίας στο μπαλκόνι του χωριού, μετατράπηκε σε πολυχρωμία ενός ευλογημένου ύπνου του ουράνου τόξου…
Τα βράδια προχωρούσαν αγκαλιασμένα στις ραχοκοκαλιές των ημερών, ατημέλητα φαγωμένα και μεθυσμένα, ικανοποιώντας τις ανάγκες και τα χείλη των. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως η υγεία είχε καταφέρει να προσωποποιηθεί χαρίζοντας ευτυχία σε δύο ανθρώπους.

4) Η εξαΰλωση από το βράσιμο και οι αναθυμιάσεις από κομμένη μπύρα……       

Ενθυμούμενοι για μία ακόμη φορά τις ρήσεις του Επίκουρου αναφορικά με τις ηδονές, παραμένει πασιφανής και η συχνότητα κατά την οποία το αποτελεσματικό και πρωτόγνωρο μίγμα των δύο, λάνθανε και δημιουργούσε αλλεργικά σοκ στην επικοινωνία τους και την απώλεια γεύσης, για αρκετές ώρες. Ενδεχομένως, το δέσιμο καρπουζιού και φέτας να επιβεβαιώνει τους "γνώστες" όμως ο συνδυασμός τεκίλας και χοχλιών θα επέτρεπε τη μεταμόρφωση του στομαχιού σε βροχερό φαγωμένο μαλάκιο. Οι καθημερινές προστριβές έλειπαν στα δύο πρώτα χρόνια, όμως ενίοτε το κονιάκ να είναι υπερβολικό για το γλυκό ή πάλι στο τραπέζι το ποτήρι του κρασιού να αδειάσει μέσα σε μία ώρα, ενώ το φαγητό να παραγεμίζει την κοιλιά. Και το μεσημεριανό επιτραπέζιο ήθος προέτρεπε προς σύγκρουση, ώστε να επανέλθει η υγεία του στομαχιού και να επιτευχθεί η αποτοξίνωση του συκωτιού. Η "κοιλιά του αρχιτέκτονα" είχε φουσκώσει από το αλκοόλ και τις παραβιάσεις των άτυπων κανόνων διατροφικού φετιχισμού.
Μία Κυριακή, ύστερα από τρία περίπου χρόνια, σημειώθηκε η πρώτη απουσία του από το ημερολόγιο του μεσημεριανού φαγητού.Ήταν τόσο σαστισμένη και επιπλέον, η χρονική στιγμή του συμβάντος (μία ημέρα πριν την καθορισμένη τους επέτειο) επισκίασε την ακόλουθη ατμόσφαιρα πείνας επαφών για μία εβδομάδα. Οι δικαιολογίες παραβίαζαν την αρμονία της ειλικρίνειας ανάμεσά τους, καθώς δεν συνιστούσαν μία απλή ευκαιριακή λήθη του ίδιόν της, μα περισσότερο μία πρωτοφανή άρνηση κομματιού του εαυτού της. Και ήταν αυτό το κομμάτι του ζυμωμένου ζυμαριού, που φυλάσσεται μέσα στο ψυγείο, μέσα σε κουπάκι. Το κερασάκι της της δύσκολης αυτής ιδιοτροπίας της, σίγουρα, δεν είχε να κάνει με το ρητό "ο έρωτας περνάει από το στομάχι". 
Τα πράγματα παρουσιάζονταν ήδη διυλισμένα και προσωπικώς εκλεπτυσμένα. Η πρώτη διαφορετική εβδομάδα πέρασε ιδιαιτέρως δύσκολα και για τους δύο και η απώλεια βάρους ήταν αναμενόμενη. Δεν ήταν η έλλειψη πάθους, απεναντίας, το φιλοσοφικό φόρεμα του θεάματος εμφανίζονταν πλέον προκλητικό από κάθε άλλο σύνολο απογοητεύσεων και δυσφορίας. Η πληγή στο προσωπικό και ιδιότροπο σημείο πονούσε πιο πολύ από μία συνηθισμένη ιδιαιτερότητα οποιουδήποτε ανθρώπου. Αυτή στοιχημάτιζε πολλά στο ενδιαφέρον του για τη φύση της και αυτός βρίσκονταν αντιμέτωπος για πρώτη φορά  "μέσα στη γύμνια" της πέψης και της βρώσης ενός άμαχου και λιμώδους πληθυσμού, εξαιτίας της υπετροφικότητας του δυνάστη…
Τόσο σοβαρό ήταν το πρόβλημα που είχε ανακύψει! Ένα δείπνο, παρόλα αυτά κατάφερε να επιφέρει εκτόνωση στην αξιακή τους σύγκρουση, συνοδευόμενο από το μουσικό χαλί ενός μεθυσμένου υγρού διαλόγου πάνω στα υπολείμματα του φαγητού στο τραπέζι.

5) Η υγιεινή διατροφή φαίνεται στη λεκάνη……. 

Σαφώς και οι καβγάδες στα ζευγάρια ανθρώπων αποτελούν γεγονός και αυτοί είναι οι οποίοι χαρακτηρίζουν και ανασυγκροτούν το πάθος για κάποιους, το υγιές τής σχέσης για άλλους. Ψήγματά τους όμως είθισται να αφήνουν μία πικρία στη γεύση που μένει μετά το πέρας τους και γρατζουνάει τον οισοφάγο, κάθε φορά που πας να μιλησεις ακόμα και να μουρμουρήσεις. Οι πρωταγωνιστές εν αποτελούσαν εξαίρεση, δίχως όμως και να επιβεβαιώνουν το ρουτινιάρικο χαρακτήρα της πλειοψηφίας. 
Είχε τελειώσει τις δουλειές του και καθισμένος στο γραφείο του παρατηρούσε τη βιβλιοθήκη του. οι ανθρώπινες εργατοώρες πλησίαζαν περασμένες μία. Όντας χαμένος στην εναλλαγή των χρωμάτων από τις ράχες των βιβλίων, τους τίτλους και τα πλαίσια σκέφτηκε να κατέβει στο περίπτερο απέναντι και να αγοράσει τσιγάρα. Μετά από κάποια λεπτά, τα κλειδιά στο τραπέζι σήμαναν τη διάρηξη της στιγμής. Ο ήχος από το ρέον αφρώδες υγρό στο ποτήρι επιβεβαίωνε το εναρκτήριο λάκτισμα στο στομάχι και το συκώτι της σχέσης του. Την ίδια στιγμή, αυτή, αγχωμένη για την ενδεχόμενη προδοσία του ήθους του προς τη διαφορετική "ντροπή" της, λόγω υποτιθέμενης αμέλειας, χόρευε σαν πεταλουδίτσα στην κοιλιά της. Ανέβαινε και κατέβαινε από την κοιλιά στο στομάχι της και τούμπαλιν, από την κοιλιά της στο στομάχι για αρκετές ώρες άσκοπου και εκνευρισμένου βαδίσματος γύρω από το στρωμένο μεσημεριανό τραπέζι. «Και ήταν η ημέρα του σήμερα για να μεγειρέψει», η τελευταία της σκέψη, προτού την αγκαλιάσει ο Μορφέας γεμίζοντας το άδειο και πεινασμένο της στομάχι με τραγικά όνειρα...Παράλληλα, εκείνος ροχάλιζε βαριά και γεμάτος αλκοολική αφέλεια κουλουριασμένος κάτω από το γραφείο του και ανάμεσα στον κύκλο που σχημάτιζαν δώδεκα μπουκάλια μπύρας, σαν σε κύκλο μύησης ενός ατομικού και προσωπικού ύπνου, με μυρωδιά ιεροτελεστίας ζύθου...ήταν τέσσερις περασμένο απόγευμα.
Όταν ξύπνησε το βράδυ, είδε το φως πάνω στο τραπέζι σβηστό και αντί αυτού να χορεύουν νωχελικά μία ομάδα τριών κεριών. Αγουροξυπνημένη μόλις, παρόλα αυτά ανασήκωσε τα ματοτσίνορά της από την οσμή ενός κομποδέματος χρωματιστού βραστού νερού και αναψοκοκκινισμένης κρούστας. Τα ζευγάρια από τα κανελλόνια ξάπλωναν μέσα στις κίτρινες πορσελάνινες γόνδολες, που είχαν μπάσει και βυθίζονταν μέσα σε μία άλικη σάλτσα γεμάτη δενδρολίβανο. Και αυτός με την πλάτη γυρισμένη και γυμνός να κλείνει το ψυγείο βγάζοντας ένα μπουκάλι μπύρα και μία ρετσίνα. Αγνοώντας τον κατευθύνθηκε προς το μπάνιο, πλύθηκε και γυρνώντας έβγαλε μία κοκα-κόλα και κάθισε μουτρωμένη απέναντί του. «Δεν πεινάω», «Πεινάω όμως εγώ», της απάντησε το ίδιο κοφτά και της γέμισε το ποτήρι. «Βρωμάς μπύρα» «Και' συ νεύρα», αντέτεινε υψώνοντας το ποτήρι του και προτείνοντας «Ποτέ δεν θα ξαναπιούμε τόσο νέοι!». Ήπιε μόνος του και έφυγε, ενώ αυτή στάθηκε, πήρε το πιάτο της και την κοκα-κολα και πήγε στο σαλόνι για να φάει. Τελείωσαν και οι δύο την ίδια στιγμή χωρίς καμία φράση γεμάτη ποτό και φαγητό να ξεμυτίσει από το γεμάτο στόμα τους, όση ώρα δειπνούσαν χωριστά. Τον καληνύχτησε περνώντας από μπροστά του με ένα φαγωμένο και λαδωμένο χασμουρητό και ένα χλιαρά απαξιωτικό «...ευχαριστώ για το πιάτο της ημέρας...», κλειδώνοντας την πόρτα του υπνοδωματίου τους. Αυτός, αφού σηκώθηκε χορτασμένος και ολίγον τι ανήσυχος, έπλυνε τα πιάτα, έβγαλε ακόμη ένα μπουκάλι μπύρα από το ψυγείο, έσρτριψε ένα μονόφυλλο και χώθηκε στον καναπέ, με τα φώτα να τρέμουν σβηστά. Η εισαγωγή ενός δίσκου της Astrud Gilberto τον νανούρησε μισή ώρα αργότερα, όταν η βελόνα κόλλησε στο τέλος της επιφάνειας του βινυλίου.
Από το επόμενο πρωινό ξεκίνησε ένας άφωνος διάλογος μεταξύ των, μέσω φαγητού και ποτού. 
Ξύπνησε και αυτή έλειπε, όχι όμως και του πρωινό, που καρτερικά στέκονταν ανάσκελα στο δρύινο τραπέζι της κουζίνας. Γάλα, φυσικός χυμός, ένα τοστ και ένα αβγό ανάμεσα σε βουτηρωμένες, λίγο πριν καούν, τραγανιστές φέτες ψωμί. Ίσως αποτελούσε μία μάταιη προσπάθειά της να δείξει εγωισμό και απαξίωση συνάμα. Ίσως το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της δέσιμο με τα γεύματα και τον ίδιο. Απλώς σηκώθηκε, έξυσε τον κώλο του, τεντώθηκε και έφτιαξε έναν καφέ στο μπρίκι.

6) Ο έμετος και η απειλή της αναρρόφησης......

Με αυτόν τον τρόπο δόθηκε το έναυσμα της αλλαγής των καταστάσεων και της συνταγής ανάμεσά τους. Της αλλαγής των λασπωμένων στιγμών που θα τους χαρακτήριζαν έκτοτε και της δυσοσμίας που θα αναδύοταν για αρκετό καιρό, μέχρις ότου η απόσταση που χώριζε τα χείλη τους θα αφυδάτωνε τα κορμιά και την επιθυμία του ενός για τον άλλο. οι συγγενείς τους είχαν πάψει να τους επισκέπτοντα, καθώς η φρεσκάδα των πρώτων χρόνων είχε δώσει τη θέση της σε κατεψυγμένες γεύσεις από παράπονα, περισσότερα δικά της. Αυτός πλέον επέστρεφε κάθε φορά σπίτι λίγο έως πολύ μεθυσμένος ή και μαστουρωμένος αδυνατώντας να την κοιτάξει στα μάτια και να ξεκολλήσει το επάνω από το κάτω χείλος του. Αν αυτή ήταν η άμυνά του απέναντι στο επερχόμενο τέλος και το μαύρισμα του κορμιού του η απόδειξη της κατάντιας, αυτή σε αντιδιαστολή με την πρόφαση της αδυναμίας και του τυμπανισμού θα ξεκινούσε μία μακάβρια πορεία, κατευθείαν μέσα στο μάτι του λαίμαργου τυφώνα της ιδιοτροπίας της...έστω και μόνη της. Το ψυγείο τους θα ήταν από τότε πάντοτε γεμάτο σε σημείο απληστίας, από κάθε λογής αλκοόλ και βρώσης. Οι εφήμερες σχέσεις ή ακόμα και οι αρπαχτές του αγοραίου έρωτα και των φλερτ θα χάραζαν πάνω στα κορμιά τους την αμοιβαία αδιαφορία του ενός για την άλλη.
Το ξόδι προς αντίθετες κατευθύνσεις και η οίηση, που χαρακτήριζαν το στομάχι της και το συκώτι του, τούς έφερναν πιο κοντά στην απουσία παραμερίζοντας εγωιστικά την παρουσία του καθενός και το καρκίνωμα της απώλειας θα σηματοδοτούσε το αναμενόμενο κύκνειο ρέψιμο της σχέσης τους.
Το λίπος της κρεμούσε και εξαφάνιζε την αλλοτινή της καλλίγραμμη φυσιογνωμία όσο τα σάλια του θα χρωμάτιζαν κάθε τόσο το μαξιλάρι και τα σεντόνια. Αυτή η απόρριψη είχε την αφορμή της μα και τις αιτίες που καθημερινά ξεσπούσαν σαν πύον από τις ματιές που αντάλλαζαν παραπέμποντας στην υγεία, η οποία έμοιαζε να ξεθυμαίνει από τους αρρωστημένους πόρους των.  

7) In vino veritas...?....

«Η μπύρα είναι από αυτά τα ποτά, τα οποία δεν έχουν σίγουρα σε τίποτα να μετατρέψουν σε μία φιλία γεμάτη αποκαλύψεις , τη σχέση μεταξύ των και των στομάτων. Δεν είναι όπως το κρασί, το οποίο απαιτεί ευδαίμονες, ιδιότροπους, ευγενείς τη γεύση Κυρίους και Κυρίες...πότες! Δεν είχει ανάγκη από τον υποχόνδριο πρόλογο των αισθήσεων του κρασιού, γιατί η μπύρα είναι το πλέον άστατο και βρώμικο ποτό, το οποίο λερώνοντας κάποιον από τους συνδαιτυμόνες δεν αφήνει περιθώριο τύψεων και ενοχών. Είναι φτηνή, ως επί το πλείστον, διαστρωματική (όσον αφορά τις τάξεις) και την βρίσκει οποιοσδήποτε παντού...Εξάλλου, η μπύρα είναι το σύνηθες ποτό προς (βίαιη) οικειοποίηση από οιονδήποτε, ενώ το κρασί, με αυτήν του την χαρακτηριστική υπεροψία, απωθεί τον μεθυσμένο/διψασμένο. Δεν πρέπει όμως να απαξιεί κανείς και το κοκκινέλι (φθινιάρικο κόκκινο χύμα κρασί). Στην τελική, άλλωστε, χαρακτηρίζεται από μία αναπότρεπτη θηλυκότητα, πράγμα που προδίδει και το όνομά της και οι χυμώδεις αφροί, με την αποτελεσματική αρρενωπότητα του μουστακιού, που αποτυπώνει στο άνω χείλος είτε τον άνδρα είτε τη γυναίκα...». Συμπεράσματα όμως από έναν άνθρωπο έκλυτου βίου, που το κομβικό σημείο της ζωής του παρέμενε η ανάγνωση του βιβλίου του Μπουκόφσκι. Προφανή λοιπόν και τα επιχειρήματαπου απέδιδε εναντίον του κρασιού.
Εν αντιθέσει αυτή, αν και σπάνια έπινεπροτού να τον γνωρίσει, εν τούτοις το καλό κρασί-συνοδός στα γεύματά της έντυνε την υποψία ενός φίνου εραστή και συντρόφου. Ήταν από τα άτομα αυτά, που σε στιγμές απροθυμίας για σκέψη και περαιτέρωσυζήτηση μαζί του, έστεργε στα παραδείγματα φυγής στο μακρυνό παρελθόν. «Στον Μεσαίωνα, για να μην αναρτρέξω στο δωδεκάθεο και στις κανάτες στην Κανά, έπιναν κατά κόρον κρασί. Ο πιο φτωχός, ο αριστοκράτης, ο μοναχικός είχαν τουλάχιστον μία κούπα από γνώμες και γεύσεις για το κρασί...» και τότε αυτός θα ξεσπούσε σε επιδεικτικό ρέψιμο, ενώ αυτή θα χάιδευε την κοιλία της σε ένδειξη δυσαρέσκειας.
«Αν δεν έχεις τουλάχιστον ένα hangover την εβδομάδα, οι γεύσεις σου είναι περιορισμένες και ξεχασμένες», ταΐζοντάς την το σεβασμό του πότη της απαντούσε δικαιολογώντας και τον εαυτό του.
Αυτή ήταν και μία από τις τελευταίες συζητήσεις τους, πριν να χαθεί στο χυλό της ανεξέλεγκτης βρώσης και πόσης...

8) "Και αντί ποτού ύδατι κεχρημένους εις παραμυθίαν του σώματος"*
    " και έδειξεν αυτοίς την λαιμαργίαν, θανάσιμου αμαρτήματος..."          

«Για τον συγχωρεμένο Γάλλο αποδομιστή Roland Barthes, η τροφή και το ποτό, μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο του διατροφικού χαρακτήρα όποιας κοινωνικής σύμβασης, συνδυάζονται, αποδίδοντας μία ψυχο-κοινωνιολογική αποτίμηση της εκάστοτε πραγματικότητας. Με αναφορά στις διατροφικές συμβάσεις κοινωνικών συνόλων, όπως αυτές του κρασιού και του μπιφτεκιού. αναφορικά στους Αμερικανούς και τους Γάλλους, τόσο το κρασί όσο και το μπιφτέκι αποτελούν σημεία αξιακής αποτίμησης των κοινωνικών συμβάσεων και της συνακόλουθης ισορροπίας του συνόλου της ευρύτερης ομάδας. Το κρασί, επί παραδείγματι, ανάγεται σε εθνικό προϊόν (για τη Γαλλία) και το μπιφτέκι -σε πλαστικό συνδυασμό με το δικό τους ρόφημα, την κοκα κολα- (για τις ΗΠΑ), ύστερα οι ποικιλίες από σούπες, πατάτες και μπιφτέκι (για τους Βέλγους), η τελετουργική ανάδειξη της ώρας του τσάι (για τους Άγγλους), η διοργάνωση φεστιβάλ και εορτών λουκάνικων (για τους Γερμανοαυστριακούς), η έφεση για μαύρη μπύρα (όσον αφορά τους Ιρλανδούς) και πόσα ακόμη παραδείγματα που παραπέμπουν σε διατροφικές κατατάξεις με συνακόλουθο τον διαχωρισμό των κατοίκων από χώρα σε χώρα. Η συμπερασματική λογική του Γάλλου αποδομιστή δεν εμμένει στις πρακτικε΄ς του κοινωνικού φαίνεσθαι, που περιβάλλουν τη διατροφή, εν τούτοις προχωράει πολύ πιο πέρα, αναδεικνύοντας το τρόφιμο και το ποτό (ρόφημα ή αλκοόλ) ως τη λειτουργικήενότητα μιας επικοινωνιακής δομής»**


Τα πράγματα είχαν πάρει μία ανεπίστρεπτη κατεύθυνση προς διαφορετικούς δρόμους για τον καθένα, σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητές του. Τα τρία χρόνια συμβατικής συμβίωσης μέσα από υποχωρήσεις και δικαιώματα στη συνύπαρξη, πλέον ανατρέπονταν από τις κατακτήσεις στην υπερβολή τής διαφορετικότητας του καθενός. Οι καθημερινές καταχρήσεις σε αλκοόλ και φαγητό είχαν προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό, ώσπου το συγγενικό περιβάλλον αποκλείοντας την περίπτωση διαζυγίου (ώστε να μην κοπεί το νήμα της κοινωνικής κανονικότητας και σύμβασης) ενδιαφέρθηκε να αποκαταστήσει την πρότερη αρμονία του καθενός.
Οι γονείς του μην μπορώντας να τον βλέπουν να αργοπεθαίνει από το αλκοόλ αποφάσισαν να τον βάλλουν σε ένα κλαμπ ανώνυμων αλκοολικών. Οι γονείς της, στη θέα της σταδιακής απώλειας της φυσιογνωμίας της, πήραν την πρωτοβουλία με τη σειρά τους να την εισάγουν σε ένα πρόγραμμα για ανώνυμους λαίμαργους. Η λύση ενός διαζυγίου φάνταζε απλησίαστη, πολλώ δε μάλλον, στην περίπτωση που αυτή θα έπρεπε να ληφθεί από τα ίδια τα συμπεθερικά και όχι από τα παιδιά τους. Στις δύσκολες αυτές στιγμές, το ίδιο το σπίτι αντανακλούσε την απομάκρυνση και το χάσμα μεταξύ τους, καθώς τουλάχιστον για μισή ημέρα, κάθε ημέρα, ένας από τους δύο θα απουσίαζε. Η σχέση τους ποτέ δεν θα ανακτούσε τη χαμένη της αίγλη και φινέτσα της πρότερης υγιεινούς συνύπαρξης. Τα συναισθήματά τους, ανάλογα με την αναπροσαρμογή του μεταβολισμού τους δεν κατάφεραν ποτέ να ανακτήσουν το βρεφικό τους σθένος.
Η παρουσία τους στον ίδιο χώρο δεν πρόδιδε με τίποτα τον περασμένο τους έρωτα και την επιθυμία του ενός για την άλλη. Οι ματιές που αντάλλαζαν ήταν αναγκαίες, το ίδιο και οι στιχομυθίες που ξερνούσαν αλλήλοις, εκτός του μπάνιου και της λεκάνης και είχαν να κάνουν σχετικά με τον χώρο και τα πράγματα που υπήρχαν ή έλειπαν από το ψυγείο και την κουζίνα. Οι φίλοι τους δεν τους επισκέπτονταν πια και προσπαθούσαν να μην αναφέρονται στον έναν ή την άλλη απουσία του πρώτου ή της δεύτερης.
Χώρισαν μετά από περίπου ένα χρόνο, εφόσον οι γονείς τους είχαν γυρίσει τη ζωή τους πέντε χρόνια πίσω, προσέχοντας τα παιδιά τους, όπως ακριβώς τα δύο χρόνια που προηγήθηκαν προτού γνωριστούν.
Το κουσούρι της υπερβολής είχε χαράξει διάτρητη την αλλαγή στους χαρακτήρες των. Ο πατέρας της επικουρικής σχολής επιβεβαίωνε αιώνες αργότερα την αξία του σεβασμού στις ηδονές...

σημ.:
* «και αντί για ποτό, νερό (πίνουν) αυτοί που έχουν εθιστεί στην μακαριότητα του σώματος», Johannes Koder, "Ο κηπουρός και η καθημερινή κουζίνα στο Βυζάντιο", Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, Αθήνα, 1992, σελ. 14      
** Roland Barthes, "Για μία ψυχο-κοινωνιολογία της σύγχρονης διατροφής", εκδ. ΜΝΗΜΩΝ, Αθήνα, 2003, σελ. 141

Σχόλια